Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Τι μας έμαθε η Μαρία


.... Ποια ηλεκτρονική διακυβέρνηση, ποιες διασταυρώσεις στοιχείων, ποια αναβάθμιση υποδομών με εισαγωγή κοινοτικής τεχνογνωσίας – στα μάτια της Μαρίας βλέπουμε ολοκάθαρα ότι είσαι ό,τι σε δηλώσουν και είναι να μη σου τύχει.

Όλα αυτά έχουν πολύ μικρή, αλλά και πολύ μεγάλη σημασία, για τη ζωή του σαστισμένου κοριτσιού σε μια χώρα όπου μπορεί να είσαι καταγεγραμμένος ως νεκρός και να ζεις, να παίρνεις σύνταξη αλλά να έχεις πεθάνει, να έχεις «γεννηθεί» από γονείς που δεν είναι οι γονείς σου, να αναφέρεσαι σε πολλές οικογενειακές μερίδες ταυτόχρονα και να έχεις πολλά «αδέλφια» που υπάρχουν μόνο στα χαρτιά.
Ολόκληρο το άρθρο της Αγγελικής Σπανού εδώ city news and voices - Τι μας έμαθε η Μαρία | www.athensvoice.gr

Υπάρχει ρατσισμός κατά των γυναικών στην Ελλάδα;

Το κείμενο δημοσιεύεται εδώ: Υπάρχει ρατσισμός κατά των γυναικών στην Ελλάδα; | ΠαραΠολιτική

Τι με εκπλήσσει: το ερωτηματικό και ο τοπικός προσδιορισμός.

Θέμα μεγάλο, ανεξάντλητο και πάντα επίκαιρο.

Από τα ουσιαστικότερα θέματα "προς συζήτηση" του γλωσσικού μαθήματος στη Γ΄ Λυκείου, όπου παρατίθενται και εξαιρετικά κείμενα. Μόνο που οι "αγωνιζόμενοι" και "βαρύτατα εργαζόμενοι" μαθητές - τελειόφοιτοι το έχουν "εξαντλήσει" στα φροντιστηριακά τσιτάτα πριν εισέλθουν στη σχολική αίθουσα.

Άλλωστε υπάρχει και ο ρατσισμός κατά των εκπαιδευτικών που διδάσκουν στη Γ΄ τάξη του δημόσιου σχολείου. Όπως υπάρχει και ο φασισμός της τεμπελιάς, της μετριότητας και της αδιαφορίας.

Άλλωστε ποια ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούν αντικείμενο σεβασμού στην Ελλάδα;

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Η άλλη Ελλάδα

Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
«Καλή είναι η Κρήτη αλλά μονάχα για να πάρεις φόρα». Το γράφει ο Καζαντζάκης στην «Αναφορά στον Γκρέκο» - το παραθέτω από μνήμης. Η «Αναφορά» είναι ένα από τα σημαντικότερα πεζογραφήματα του ελληνικού εικοστού αιώνα. Ενώ δεν είναι μυθιστόρημα, ενώ υποτίθεται είναι αυτοβιογραφία, δημιουργεί τον πιο ενδιαφέροντα ίσως χαρακτήρα της σύγχρονης λογοτεχνίας μας. Ο «αφηγητής», για να χρησιμοποιήσω τον τεχνικό όρο, είναι ένα παιδί που γεννιέται στην Κρήτη, μεγαλώνει μ’ έναν πατέρα αυστηρό και το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να δραπετεύσει σ’ αυτόν τον κόσμο που τον έχει πλάσει με τα διαβάσματά του. Είναι η ιστορία ενός Ελληνα που τον έχει συνεπάρει ο κόσμος. Γι’ αυτό και αναφέρεται στον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο.
Τον γοητεύει ο Μπερξόν και ο Νίτσε, αλλά τον γοητεύει εξίσου και ο Λένιν, παρότι δεν είναι κομμουνιστής. Είχε και ο Καζαντζάκης τον ιό της ευρωπαϊκής διανόησης του Μεσοπολέμου: τον γοήτευε το απόλυτο και τα μεγάλα μεγέθη της ζωής. Εξ ου και η πολιτική του αφέλεια. Ενώ θαυμάζει τον Λένιν, μένει και έκθαμβος μπροστά στον Μουσολίνι όταν τον επισκέπτεται στο γραφείο του. Λατρεύει τον Βούδα, αλλά γράφει το «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Και απογειώνεται μια νύχτα με τον άλλο αλλοπαρμένο, τον Σικελιανό, προσπαθώντας να αναστήσουν τον κηπουρό του σπιτιού στο Σούνιο. Ασε πια τον τρόμο που του προκαλεί η σαρκική επαφή. Αν θυμάμαι καλά είναι εξαιτίας του έρωτά του για εκείνη την εβραιοπούλα στη Βιέννη που αρρωσταίνει, το πρόσωπό του πρήζεται και γεμίζει σπυριά με πύον. Η σκέψη του είναι γεμάτη αντιφάσεις, όμως ποια γοητεία θα ασκούσε χωρίς αυτές τις αντιφάσεις;
Η σχέση μου με τον Καζαντζάκη έχει σημαδέψει τη ζωή μου. Στα χρόνια της εφηβείας ήταν ο ήρωάς μου. Ετσι τον είχα αποκαλέσει σε μια έκθεση στην τρίτη γυμνασίου, με αποτέλεσμα ο καθηγητής μου, ο αξέχαστος Κρίτων Πανηγύρης, να μου υπενθυμίσει ότι δεν πρέπει να υπερβάλλω. Αργότερα, όταν ήρθε η μύηση στην πολιτική, η αγάπη για τον Καζαντζάκη υποχώρησε. Τον βρίσκαμε πολύ ρηχό για τα γούστα μας που τα διαμόρφωναν βαθυστόχαστες αναλύσεις των μαρξιστών ή μαρξιζόντων κοινωνιολόγων. Εδώ μπορούσαμε να τυλίξουμε τον κόσμο σε μια κόλλα χαρτί, σιγά τώρα μην χάσουμε τον χρόνο μας με τους αλλοπαρμένους. Είναι, λίγο ώς πολύ, η ιστορία του «πνευματικού χώρου» στα χρόνια της μεταπολίτευσης, αυτή που σαν την κακιά πεθερά όλο τη θάβουμε, αλλά δεν λέει να πεθάνει.
Η πολιτικοποίηση της σκέψης, και της λογοτεχνίας, θα μπορούσε να σημαίνει τον εμβολιασμό της πολιτικής με την ανεξαρτησία μιας διανόησης, η οποία είναι υπόλογη μόνον στην εντιμότητα της σκέψης της. Συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Η διανόηση δέχθηκε, σχεδόν άνευ όρων, τους όρους της πολιτικής δουλείας. Ακόμη και όσοι δεν υπέκυψαν στη μικροπολιτική ένταξη, ακόμη και αυτοί που άρθρωναν δημόσιο λόγο ως διανοούμενοι, όφειλαν να ενταχθούν σε κάποια πολιτική γραμμή. Αν ήθελαν να εισακουσθούν και να μην μείνουν στο περιθώριο. Το αποτέλεσμα είναι γυμνό διά ορατού οφθαλμού: η πνευματική Ελλάδα απαξιώθηκε, και τώρα, που κανονικά θα έπρεπε να πρωταγωνιστεί στην αγωνία -γιατί δουλειά της διανόησης είναι να επεξεργάζεται την αγωνία- απλώς συμπεριφέρεται σαν τη σκιά του εαυτού της.
Διάβασα τις προάλλες το κείμενο του Τζβετάν Τοντορόφ «Η λογοτεχνία σε κίνδυνο» - κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις. Μπορεί να μιλάει για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η λογοτεχνία, στην πραγματικότητα όμως μιλάει για τους κινδύνους που ενέχει η διαστροφή του τρόπου που διαβάζουμε για την καλλιέργεια και την παιδεία. Η λογοτεχνία είναι η βάση της καλλιέργειας. Αυτή δημιουργεί αξίες οι οποίες, επειδή δεν είναι χρηστικές, επειδή δεν είναι ανταλλάξιμες οργανώνουν την εσωτερική ανεξαρτησία της σκέψης. Ο πολιτισμός μας υπήρξε λογοτεχνικός, πριν γίνει πολιτικός, επιστημονικός ή τεχνολογικός. Ο Πλάτωνας, ο Θουκυδίδης και ο Ευκλείδης προϋποθέτουν τον Ομηρο.
Η αγάπη μου για τη λογοτεχνία με βοήθησε να απελευθερωθώ από τις πολιτικές δουλείες της νεότητάς μου. Και εννοείται με βοήθησε να ξαναβρώ τον Καζαντζάκη. Σκέφτομαι δε πόσο τυχερός είναι ο άνθρωπος που ζει την ταπεινωτική καθημερινότητα της σημερινής Ελλάδας, που τρώει ποταπότητα και μικρότητα, όμως δεν μπορεί να μισήσει αυτόν τον τόπο γιατί καταφεύγει στην παρακαταθήκη της άλλης Ελλάδας, αυτής που μας έμαθε να σκεφτόμαστε και να βλέπουμε τον κόσμο. Κι αν υπάρχει πατριωτισμός αυτή η άλλη Ελλάδα είναι που μας τον διδάσκει, αυτή που συνομιλούσε με ολόκληρο τον κόσμο για να διαμορφώσει τη συνείδησή της. Η μεγαλύτερη ευθύνη της παιδείας μας είναι ότι συνεχίζει να τη λογοκρίνει.
Αυτά, τα ελαφρώς προσωπικά, εν είδει προσωρινού αποχαιρετισμού. Οταν επανέλθω ευελπιστώ να έχω ολοκληρώσει την ανάγνωση του «Μοναστηριού της Πάρμας» του Σταντάλ, τρίτη στη ζωή μου αυτή, και ελπίζω όχι τελευταία.Το καλοκαίρι προσφέρεται για κλασικούς.

kathimerini.gr - Η άλλη Ελλάδα

Σάββατο 3 Αυγούστου 2013

Η γλώσσα της μετάφρασης


Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Από την υπόλοιπη Ευρώπη μας χωρίζουν τα Βαλκάνια, η Αδριατική, το λατινικό αλφάβητο, η Αναγέννηση, ο αιώνας των Φώτων και η Ορθοδοξία. Μας συνδέουν όμως ο 19ος και ο 20ός αιώνας και η παρακαταθήκη μιας παιδείας χωρίς την οποία δεν θα είχε υπάρξει ούτε η υπόλοιπη Ευρώπη ούτε ο σύγχρονος ελληνισμός, η λεγόμενη κλασική παιδεία. Μας συνδέουν επίσης η αποδοχή του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, τα δικαιώματα του ανθρώπου, η ελεύθερη διακίνηση εμψύχων και αψύχων, η κοινή αντίληψη της πρόσφατης Ιστορίας, η καταδίκη του ναζισμού και των απολυταρχισμών, η καταπολέμηση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού, το κοινό νόμισμα και το χρέος. Τόσο απλά, απλούστερα δεν γίνεται. Τα πράγματα, βέβαια, θα ήταν όντως απλούστερα, αν δεν υπήρχε το ζητηματάκι του χρέους, όμως τι να κάνουμε, ο επί γης παράδεισος δεν έχει ακόμη ανακαλυφθεί. Τα πράγματα θα ήταν ακόμη πιο απλά, αν η υπόλοιπη Ευρώπη ήταν λίγο περισσότερο Ευρώπη και λίγο λιγότερο αυτό που είναι σήμερα, ένας γιγαντιαίος γραφειοκρατικός Οργανισμός χαμένος στη λογιστική. Και να που φτάσαμε να συζητάμε για την Ευρώπη. Γιατί μέχρι πριν από μερικά χρόνια, αν τολμούσες να αναφερθείς στο σχέδιο οικοδόμησης της Ενωσης, θα προκαλούσες χαμόγελα συγκατάβασης, χασμουρητά και γενικά όλα εκείνα τα συμπτώματα της ανίας που εμφανίζονται όταν αρχίσει να μιλάει ο βαρετός της παρέας. Η φυσιογνωμία της Ενωσης ήταν δεδομένη, τόσο δεδομένη, που κανείς δεν έκανε τον κόπο να βγάλει και κάνα πολιτικό συμπέρασμα από το στραπάτσο του σχεδίου Συντάγματος. Η Ενωση ήταν μονόδρομος προδιαγραφών για τα αντιβιοτικά και το κοκορέτσι. Ωσπου ήρθε η κρίση και το πρόσωπο της γηραιάς κυρίας πάγωσε, λες και βρέθηκε απέναντι στο πρόσωπο της Μέδουσας. Παλιά αντανακλαστικά βγήκαν από τα ράφια της Ιστορίας, οι ανισότητες γιγαντώθηκαν για να αποδείξουν ότι οι Ευρωπαίοι μπορεί να είχαν κοινό νόμισμα και κοινή νομοθεσία, όμως δεν μιλούν την ίδια γλώσσα. Κι όπως λέει ο Εκο, η γλώσσα της Ευρώπης είναι η γλώσσα της μετάφρασης. Πώς θα μεταφράσουμε την ευρωπαϊκή ένταξη της Ελλάδας στη γλώσσα μας και πώς θα μεταφράσουμε τη δική μας γλώσσα στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές; Τι σημαίνει για μας Ευρώπη και τι για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους Ελλάδα; Τεράστιο σχέδιο, όμως κάθε σοβαρό πολιτικό πρόγραμμα από εκεί αρχίζει και εκεί τελειώνει. Τα υπόλοιπα είναι για τη λαϊκή αγορά.
kathimerini.gr - Η γλώσσα της μετάφρασης

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Μου χρωστάς, δεν σου χρωστάω


Σε μια χώρα όπου το χρέος ανέρχεται στο 160,5% του ΑΕΠ, όπως ανακοινώθηκε προχθές από την Eurostat, και όπου όλοι χρωστούν κάπου και κάποιοι τους χρωστούν, είναι εντυπωσιακό ότι δεν έχει γίνει ποτέ μια σοβαρή συζήτηση περί χρέους. Όχι του οικονομικού, αλλά αυτού που συνδέεται με την ηθική υποχρέωση και το καθήκον.
Ως πολίτες μιας χώρας τι είμαστε υποχρεωμένοι ηθικά να πράξουμε; Και πιο συγκεκριμένα: Ως πολίτες μιας χώρας με ένα αποτυχημένο κράτος, αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα, διαφθορά σε όλα τα μήκη και πλάτη, απουσία ουσιαστικού πολιτικού λόγου, έλλειψη παιδείας, έξαρση της ξενοφοβίας, της ομοφοβίας και εν γένει του φόβου του διαφορετικού, τι είμαστε υποχρεωμένοι ηθικά να πράξουμε;
Κι όμως, ο πιο έντονος αγώνας που γίνεται στην Ελλάδα είναι, δυστυχώς, αυτός για τη διατήρηση του status quo. Είναι το μόνο πράγμα στο οποίο συμφωνούν κόμματα, συνδικαλιστές, μικροαπατεώνες, η εκκλησία, η Χρυσή Αυγή και οι γκρούπις του Αντώνη Ρέμου στη Μύκονο. Ο καθένας, για δικό του λόγο θεωρεί ότι τα πράγματα καλό είναι να παραμείνουν ως έχουν, βάσει της δικής του εικονικής πραγματικότητας. 
«Μου χρωστάς, δεν σου χρωστάω», φωνάζουν οι συνδικαλιστές. Μου χρωστάς να με έχεις στο δημόσιο. Δεν έχει σημασία αν είμαι καλός ή κακός σε αυτό που κάνω, αν υπάρχει ρόλος για μένα στον οργανισμό που με τοποθέτησες. Μου χρωστάς να με κρατήσεις, και να με πληρώνεις. Για πάντα. Δεν με νοιάζει πού θα βρεις τα λεφτά. Είναι δικό σου πρόβλημα.
«Μου χρωστάς, δεν σου χρωστάω», φωνάζουν πολλοί στον ιδιωτικό τομέα. Μου χρωστάς, και επειδή δεν μου τα δίνεις, με εξωθείς στο να κλέβω. Παρεμπιπτόντως ο ΣΔΟΕ σε ελέγχους που πραγματοποίησε μεταξύ 15 Ιουνίου-15 Ιουλίου διαπίστωσε παραβατικότητα της τάξης του 85% σε τουριστικές περιοχές και επιχειρήσεις σχετιζόμενες με τον τουρισμό.
«Μου χρωστάς, δεν σου χρωστάω», φωνάζουν οι ψηφοφόροι, που πλέον μουντζώνουν τη Βουλή που εξέλεξαν. Μου χρωστάς, γιατί σε ψήφισα. Ήρθε η ώρα να ξεπληρώσεις το χρέος. Μου χρωστάς να κάνεις τα στραβά μάτια. Παρεμπιπτόντως η έκθεση της Διεθνούς Διαφάνειας που δημοσιεύτηκε προ ολίγων ημερών αποκαλύπτει ότι 1 στους 5 Έλληνες χρημάτισε δημόσιο λειτουργό και ότι το δούναι και λαβείν συνεχίζεται.
«Μου χρωστάς, δεν σου χρωστάω», φωνάζουν στην Ψαρρού προς την πλευρά της Γερμανίας. Μου χρωστάς γιατί στη γλώσσα σου οι μισές λέξεις είναι ελληνικές, έτρωγες βελανίδια όταν εμείς τετραγωνίζαμε τον κύκλο, αλλά την καψούρα, το μεράκι και το φιλότιμο δεν μπορείς να τα μεταφράσεις, κουφάλα, ενώ εμείς σχηματίζουμε καρδιές με άδεια μπουκάλια Moët.
Στα αγγλικά υπάρχει η λέξη «entitlement» η οποία δύσκολα αποδίδεται στα ελληνικά. Συνήθως μεταφράζεται ως «δικαίωμα», δηλαδή όπως ακριβώς και η λέξη «right», ενώ σημαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό. Τα δικαιώματα-rights είναι θεμελιώδη, αναφαίρετα και καθολικά (π.χ. τα ανθρώπινα δικαιώματα, το δικαίωμα στη δωρεάν εκπαίδευση κ.λπ). Τα δικαιώματα-entitlements έχουν να κάνουν με πράγματα που δικαιούσαι να έχεις βάσει θέσης ή τίτλου, υπαρκτού ή ανύπαρκτου, δίκαιου ή άδικου (π.χ. επιδόματα όπως αυτά για το πλύσιμο των χεριών ή για φωτοτυπίες, δωράκια, η άποψη ότι αν είσαι γιος βουλευτή δικαιούσαι κι εσύ μια θέση στην επόμενη Βουλή, η άποψη ότι αν είσαι συνεπής στο κόμμα δικαιούσαι τη νομιμοποίηση ενός αυθαιρέτου και την πρόσληψη μιας μικρανεψιάς, η άποψη ότι αν μένεις σε ένα σπίτι μπορείς να καπαρώσεις τη θέση στάθμευσης μπροστά του με δυο καφάσια κ.λπ.). Ίσως το πρόβλημα είναι ότι στην Ελλάδα αυτά τα δύο τα έχουμε μπερδέψει. Το συνδικαλιστικό κίνημα, και όχι μόνο, θεωρεί ότι η άρνησή του να τα διακρίνει, θα αναγάγει τα entitlements σε rights και θα τα σώσει, χωρίς ενδεχομένως να αντιλαμβάνεται ότι τελικά συμβαίνει το αντίστροφο: Ότι μαζί με τα entitlements που χάνονται, χάνονται και δικαιώματα, από λάθος χειρισμό.
Σε μια κυβέρνηση που κάνει σφάλματα το ένα μετά το άλλο, έρχεται να αντιπαρατεθεί μια επίσημη και μια ανεπίσημη αντιπολίτευση που δεν έχει να προτείνει κάτι πέραν του δόγματος «μου χρωστάς, δεν σου χρωστάω». Πόσοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι το μεγαλύτερό μας έλλειμμα αυτήν τη στιγμή δεν είναι οικονομικό, αλλά ηθικό και διανοητικό;

Στο πανεπιστήμιό μου, κάθε μέρα περνούσα δίπλα από μία πινακίδα με τη ρήση του John F Kennedy: «μη ρωτάς τι μπορεί να κάνει η χώρα σου για σένα, ρώτα τι μπορείς να κάνεις εσύ για τη χώρα σου». Όταν την έβλεπα, τη θεωρούσα ένα ακόμα κλισέ και με την καθημερινή επαφή είχα χάσει το νόημά της. Τώρα την έχω διαρκώς στο μυαλό μου. Η φράση αυτή μιλάει για αυτό το άλλο χρέος. Το καθήκον του κάθε μεμονωμένου πολίτη, του «μέσου Έλληνα» που είναι και η φράση της εβδομάδας: Να πληρώνει αυτό που του αναλογεί, να ψηφίζει χωρίς ιδιοτέλεια, να σέβεται τους νόμους, να τον νοιάζει αν το σύνολο είναι καλά γιατί τότε μόνο θα είναι και ο ίδιος καλά, να έχει ανοιχτά τα μάτια του και το μυαλό του, να αγαπά την πρόοδο και τον πλησίον του, ανεξαρτήτως φύλου, φυλής, θρησκείας, σεξουαλικού προσανατολισμού, αναπηρίας, ασθένειας, ποδοσφαιρικής ομάδας και γούστου στη μουσική. Αυτό είναι το χρέος μας και, εντέλει, αυτή είναι και η μοναδική μας ελπίδα.
Μου χρωστάς, δεν σου χρωστάω | ΕΛΛΑΔΑ | Protagon

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

Γύρνα στον άντρα σου


Επαρχιακό αστυνομικό τμήμα, μεσημεράκι Ιουλίου. Αποπνικτική ατμόσφαιρα, πανάρχαιο κλιματιστικό, ελάχιστη κίνηση: ένας παππούς που κάθεται σιωπηλός και ταλαιπωρημένος σε μία καρέκλα μαζί με έναν νεαρό, πιθανότατα δικηγόρο, που μιλάει συνεχώς στο κινητό του.
Περνάει διστακτικά την κεντρική είσοδο. Είναι πολύ νέα σε ηλικία και ο τρόπος που κινείται δείχνει τρομερή νευρικότητα. Κρατάει πολύ σφιχτά την τσάντα της, είναι αναμαλλιασμένη και κλαμένη. Ο λαιμός της είναι γεμάτος κατακόκκινα σημάδια, σαν κάτι να προσπάθησε να την πνίξει πρόσφατα, και στα χέρια της υπάρχουν μελανιές όλων των διαστάσεων. Περπατάει διερευνητικά κοιτώντας γύρω-γύρω σαν χαμένη, μέχρι που φτάνει μπροστά στην ανοιχτή πόρτα ενός γραφείου. «Η μαντάμ;» ακούγεται μία γαϊδουροφωνάρα από τα έγκατα του γραφείου και ξεπροβάλλει ένα μπλε, θεόρατο, χοντρουλό, διαβολικό καρτούν ή, αλλιώς, «λέγε με υπεύθυνο για την προστασία της τάξης και της ασφάλειας των Ελλήνων πολιτών».
Η κοπέλα κομπιάζει, γιατί καταλαβαίνει πως πρέπει να εκθέσει το πρόβλημά της στο διάδρομο, όρθια, μπροστά σε «κοινό», αλλά το καρτούν απαιτεί εκνευρισμένο: «πείτε μας, μαντάμ, έχουμε και δουλειές...». « Ο σύζυγός μου... με χτύπησε....» προσπαθεί με κόπο, «δηλαδή με χτυπάει συνέχεια.... θέλω να φύγω.... έφυγα δηλαδή από το σπίτι το πρωί... πήγα στη μητέρα μου... θέλω να κάνω μήνυση... πώς να...». Δεν προλαβαίνει να τελειώσει τη φράση του το κορίτσι και το καρτούν βαριεστημένο απαντά μηχανικά: «για τη μήνυση πρέπει να περιμένετε τον αξιωματικό υπηρεσίας, σε λίγο θα είναι εδώ, πρέπει να δώσετε και 150 ευρώ». Η κοπέλα σαστίζει: «πόσα; Δεν έχω μαζί μου τόσα χρήματα. Είναι πάρα πολλά... Δεν ξέρω πού να τα βρω τώρα... Δεν...». Το καρτούν, τσαντισμένο όσο ποτέ, δίνει τη λύση: «ε, βρες τα πρώτα και έλα μετά να την κάνεις, άμα είναι...» και πάει να ξανακαθίσει στην ξεχαρβαλωμένη καρέκλα του γραφείου του.
Εκείνη τη στιγμή, μετά από αυτή την αφοπλιστική ετοιμότητα διαχείρισης περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας εκ μέρους των αστυνομικών αρχών, παρεμβαίνει ο νεαρός: « ενδεχομένως η κυρία θα μπορούσε να πληρώσει τα 100 ευρώ τώρα και τα υπόλοιπα 50 που αντιστοιχούν στην άσκηση πολιτικής αγωγής να τα δώσει αργότερα...». Τότε το καρτούν ξεσπά αγανακτισμένο: «κοίτα, παλικάρι, εγώ αυτά τα πράγματα δεν τα ξέρω, τα λεφτά τα θέλω τώρα... και στο κάτω-κάτω, κυρά μου, πολλή σημασία δίνεις... Άντρας είναι, νεύρα έχει... Μη χαλάς το σπίτι σου για βλακείες... Πήγαινε και ρίξε λίγο νερό στο πρόσωπό σου, κάνε του και κανένα καλό φαγάκι και όλα θα στρώσουν»...
Η κοπέλα πνίγει με δυσκολία έναν λυγμό, κοιτάει το πάτωμα, κάνει μεταβολή κρατώντας πάντα πολύ σφιχτά την τσάντα της, σαν να θέλει να πιαστεί από πάνω της, και φεύγει σχεδόν τρέχοντας.
Γύρνα στον άντρα σου | ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ | Protagon

Ο Πόε, ο Λάκης και ο κ. Χατζάκης

Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
«Ελλάδα Βέμπο μου και Μέριλι Μονρόε, Ελλάδα Ελύτη μου και Εντγκαρ Αλαν Πόε, Ελλάδα μάγισσα παρθένα και τροτέζα μου...» Οσοι έτυχε να ακούσουν τη φωνή του Δημήτρη Μητροπάνου να τραγουδάει τους ως άνω στίχους και αναρωτήθηκαν ποια η σχέση της Βέμπο με τη Μέριλιν και του Οδυσσέα Ελύτη με τον δημιουργό του «Αναμπελ Λι», σημαίνει ότι δεν πρόκειται ποτέ να καταλάβουν τι εστί Ελλάς. Δεν είχαν την ευαισθησία να γευθούν τη μαγεία της άσκοπης παρόλας, η οποία στόχο έχει τη δημιουργία ατμόσφαιρας ελαφρώς αισθησιακής, ως η Μέριλιν, βαρύτατα και καταθλιπτικώς διανοουμένης, ως ο Πόε, αμιγώς ελληνικής, ως ο Ελύτης, και κάπως νοσταλγικής, ως η Βέμπο. Δεν γεύθηκαν τον απέραντο χυλό της καλλιτεχνικής αφασίας του ό,τι να ’ναι, που μονοπώλησε τα γούστα στα χρόνια της τρέλας.
Στη συνταγή όλα χωρούσαν. Ολα; Μα όλα. Και ο Σεφέρης, και ο Ελύτης, και η Μελίνα, και ο Καραγκιόζης, και ο Μακρυγιάννης, και ο Ρίτσος, και το ρεμπέτικο, και το ποιοτικό, και ο Μπέκετ, και η επιθεώρηση, και ό,τι άλλο έβγαζε στην επιφάνεια τα πάθη και τους καημούς της «τροτέζας που θα ’θελε να είναι παρθένα», ή της παρθένας που θα ήθελε να της δοθεί η χάρη να γίνει τροτέζα επιτέλους. Γιατί όλα έπαιζαν στα χρόνια της τρέλας, και όλοι τα ήθελαν όλα. Και η διανοούμενη πρωτοπορία ονειρευόταν να γεμίζει το θέατρο με μάζες και οι μαζικοί διασκεδαστές δεν έπεφταν να κοιμηθούν αν δεν είχαν ρίξει δυο-τρεις αλήθειες στο πολυπληθές κοινό τους. Και χρήμα να βγάλουμε και πνεύμα να καταναλώσουμε.
Οπου και η διαφορά της δικής μας Ελλάδας από την παλαιότερη. Διότι την δεκαετία του πενήντα υπήρχε ο Σακελλάριος, υπήρχε και ο Κουν. Οπου ο Κουν έπαιζε Μπέκετ στο Υπόγειο της Σταδίου και δεν ζήλευε τις μάζες που πήγαιναν να δουν Σακελλάριο. Και ο ένας και ο άλλος ταλαντούχοι στο είδος τους. Και ποτέ δεν είπε ο Σακελλάριος πως κάνει την ίδια δουλειά με τον Κουν. Στα χρόνια της τρέλας, όμως, ο Λαζόπουλος ανέλαβε τον ρόλο του πνευματικού καθοδηγητή των μαζών που το φάντασμα του Κουν ονειρευόταν να γεμίσουν το θέατρό του.
Οι σκέψεις αυτές μου ήρθαν στο μυαλό διαβάζοντας το ρεπερτόριο του Εθνικού που ανακοίνωσε ο νέος καλλιτεχνικός του διευθυντής, Σωτήρης Χατζάκης. Οπου ο Λαζόπουλος και ο Φιλιππίδης θα αναλάβουν τον ρόλο του κράχτη για την κρατική σκηνή και ο Ο’ Νιλ και ο Δάντης θα επιτελούν τον ευγενή ρόλο του ξεκαρφώματος. Μια και ο λόγος για τον οποίον υπάρχει η κρατική σκηνή είναι, εκτός των άλλων, και παιδευτικός. Ο δε πρόεδρος του Δ.Σ. και συνεργάτης του κ. Χατζάκη Σταύρος Ξαρχάκος φέρεται να είπε «ή ο Λαζόπουλος ή εγώ» και υπέβαλε την παραίτησή του. Υποθέτω ότι κάποτε, κάποιοι, αν ακόμη υπάρχει κάποια Ελλάδα για να ενδιαφερθούν ιστορικοί ή ανθρωπολόγοι, θα κρίνουν ώς ποιο σημείο η αντιμετώπιση της παιδείας ως σημαία ευκαιρίας ευθύνεται για την πανωλεθρία του έθνους. Εκείνο όμως που μπορούμε από τώρα να συμπεράνουμε είναι ότι ο χυλός των ετών της τρέλας, όπου όλοι θεωρούσαν εαυτούς άξιους για όλα, μας στέρησε την κρίση που θα μας επέτρεπε να συνειδητοποιήσουμε τι είναι αυτό που μας συμβαίνει σήμερα. Διότι είναι βέβαιον ότι πολλοί θαυμαστές του Λαζόπουλου, και πρώτος απ’ όλους ο κ. Χατζάκης, αγανακτούν με τον διορισμό του κ. Παπουτσή στην Παγκόσμια Τράπεζα μην μπορώντας να αντιληφθούν ότι πρόκειται για συμπτώματα της ίδιας ασθένειας, της καταστροφής του πνευματικού ανοσοποιητικού συστήματος της κοινωνίας. Το Εθνικό Θέατρο δεν υπάρχει για να στήνει λαϊκά θεάματα. Υπάρχει για να υπερασπίζεται αξίες τις οποίες η κοινωνία τις θεωρεί τόσο σημαντικές και τις προστατεύει από τους κινδύνους του ανταγωνισμού. Και πάντως το Εθνικό δεν υπάρχει για να ανταγωνίζεται την τηλεόραση. Θα μου πείτε, έχει και ο επαρχιωτισμός τα δικαιώματά του.

kathimerini.gr - Ο Πόε, ο Λάκης και ο κ. Χατζάκης

Πέμπτη 30 Μαΐου 2013

Νίκος Δήμου: Μην υποτιμάτε το ρατσισμό μέσα σας | ΠαραΠολιτική

Του Νίκου Δήμου

Ο ρατσισμός είναι επικίνδυνος επειδή είναι παγκόσμιος και πανανθρώπινος.

Ο κάθε άνθρωπος γεννιέται ρατσιστής – δηλαδή με τον φόβο του άλλου, του άγνωστου, του διαφορετικού.

Είναι ουτοπική αφέλεια να θεωρούμε ότι άνθρωπος γεννιέται αγνός, αγαθός και αθώος. Αντίθετα κουβαλάει όλα τα αρνητικά του...


...πρωτόγονου: φόβο, μίσος, επιθετικότητα… Την αγάπη θα την μάθει αργότερα, αν την μάθει. (Μερικοί δεν την μαθαίνουν ποτέ. Ή μαθαίνουν μόνο τον δεσμό με τη μάνα και τους δικούς τους).

Γεννιέται ρατσιστής και μεγαλώνει ρατσιστής, διατηρώντας μέσα του τους ίδιους φόβους, την ίδια δυσπιστία – που συχνά τους ενισχύει η οικογένεια και το περιβάλλον.

Και χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να απελευθερωθεί, να συνειδητοποιήσει το πρόβλημα, να ξεπεράσει τα εμπόδια, να ανοιχτεί στον άγνωστο και διαφορετικό συνάνθρωπο και να τον πλησιάσει. Μόνο η παιδεία μπορεί να τον βοηθήσει να αποκτήσει αυτογνωσία και αυτοκριτική.

Η προσπάθεια αυτή πρέπει να είναι καθημερινή. Κάθε μέρα οφείλει κανείς να πολεμάει την έμφυτη δυσπιστία και φοβία.

Ποτέ δεν θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τον ρατσισμό με διακηρύξεις και ευχολόγια. Ούτε με νόμους και διατάξεις. Μερικές φορές μάλιστα οι νόμοι επιτείνουν αυτό που υποτίθεται ότι καταπολεμούν.

Μόνο με παιδεία και εσωτερική άσκηση θα τον ξεπεράσουμε. Με σκέψη και ισχυρή βούληση. Πριν πολεμήσουμε τον ρατσισμό στην κοινωνία, πρέπει να τον νικήσουμε μέσα μας.

Μην υποτιμάτε τον ρατσισμό μέσα σας. Είναι ύπουλος και φωλιάζει ακόμα και στον πιο καλλιεργημένο άνθρωπο. Φοράει πολλές μάσκες και παίζει περίεργους ρόλους. Κρύβεται πίσω από συνηθισμένα στερεότυπα, κοινότοπες προκαταλήψεις και αθώες γενικεύσεις.

Οι Έλληνες δεν έγιναν τώρα ρατσιστές επειδή πλημμυρίσαμε με ξένους. Ήταν ανέκαθεν. Σε έρευνα που είχε γίνει τον Μάιο του 1986 σε 6 ευρωπαϊκές χώρες, ήμασταν πρώτοι στις διακρίσεις. Βέβαια όχι εναντίον των Πακιστανών και Αφγανών, που δεν υπήρχαν. Αλλά εναντίον των Ρομά, Εβραίων και Μουσουλμάνων (όπου υπήρχαν). Και σε προχθεσινή έρευνα του Pew Institute, ανάμεσα στους Ευρωπαίους, εμείς ψηφίσαμε τους εαυτούς μας! Ως τους πιο αξιόπιστους (παρόλη την διαφθορά) λιγότερο αλαζόνες και πιο φιλάνθρωπους. Αλλά το να θεωρείς εαυτόν ανώτερο – είναι η βάση του ρατσισμού.

Γι αυτό μία παραίνεση υπάρχει: Παιδεία, αυτοκριτική και συνεχής και άγρυπνη ΕΓΡΗΓΟΡΣΗ!
Νίκος Δήμου: Μην υποτιμάτε το ρατσισμό μέσα σας | ΠαραΠολιτική

Ακούστε τώρα την ιστορία του Κεμάλ

Άκου τώρα που φτάσαμε! Διευθύντρια δημοτικού σχολείου έκανε επίπληξη σε δασκάλα διότι δίδαξε στα παιδιά τον Κεμάλ του Μάνου Χατζιδάκι και του Νίκου Γκάτσου! Το περιστατικό συνέβη έπειτα από καταγγελία χρυσαυγίτη - προφανώς - γονέα, που θεώρησε ότι το αριστουργηματικό και δημοφιλέστατο αυτό τραγούδι είναι ξεκάθαρη ισλαμιστική προπαγάνδα! Ωχ το μάτι μου! Και καλά, ο χρυσαυγίτης - προφανώς - γονέας, ανήκει σ' αυτούς που πρεσβεύουν την ηλιθιότητα και καταστρέφουν αν μη τι άλλο την αισθητική των τέκνων τους, της άλλης της κυρίας διευθύντριας, τελείως...ακατοίκητο πού'λεγε κι η συχωρεμένη η Μαλβίνα;   Πόσο ημιτελής προσωπικότητα πρέπει νά'σαι για να θεωρείς τον Κεμάλ, πού'ναι το Νο 1 τραγούδι σε συναυλίες του λεγόμενου έντεχνου, ισλαμιστική προπαγάνδα; Πόσο στόκο πρέπει νά'χεις μεσ' στο κλούβιο κεφάλι σου; Και μετά κάθεται κοτζάμ Βαλαωρίτης και στέλνει επιστολές στον Πρωθυπουργό που χαϊδεύει ξεκάθαρα τους ναζήδες.   Λίγα λόγια τώρα για την ιστορία του τραγουδιού: Ο Κεμάλ πρωτοηχογραφήθηκε ως Kemal στα Reflections του Μάνου Χατζιδάκι στη Νέα Υόρκη του 1968-69, σε συνεργασία με τους New York Rock And Roll Ensemble, ένα συγκρότημα συμφωνικού rock, αρκετά κοντά στο ύφος των Βρετανών Procol Harum της ίδιας περιόδου. Στίχους στον Kemal είχε γράψει ο Martin Fulterman, ο ντράμερ της μπάντας, ο οποίος - σημειωτέον - είναι και ο συνθέτης του μουσικού θέματος στη σειρά επιστημονικής φαντασίας The X-Files.    Δε χρειάζεται να αναλύσω τι έλεγαν οι πρώτοι αγγλικοί στίχοι του Fulterman, αρκούμαι στη μετάφραση του spoken word intro του τραγουδιού: Αυτή είναι η ιστορία του τρελού πρίγκηπα Bass Fiddle και του σοφού Jerry Kemal...   Ως εδώ, λοιπόν, καμία ισλαμιστική προπαγάνδα. Αντιθέτως, μέσα στο πολυπολιτισμικό χίπικο πλαίσιο των 60s, οι New York Rock And Roll Ensemble συνεργάστηκαν με τον Χατζιδάκι στη δημιουργία ενός ethnic μελωδικού παραμυθιού με αραβικά και ελληνικά στοιχεία. Πάμε τώρα στην Ελλάδα και στον επαναπατρισμό του συνθέτη εν έτει 1972:   Ερχόμενος ο Χατζιδάκις, έδωσε μια κόπια των Reflections στον στιχουργό Λευτέρη Παπαδόπουλο και του ζήτησε να αποδώσει στα ελληνικά όλα τα τραγούδια του κύκλου. Σύμφωνα με συνεντεύξεις του Παπαδόπουλου κατά καιρούς, όταν ρώτησε τον Χατζιδάκι πως τού'ρθε να ονομάσει Kemal το συγκεκριμένο τραγούδι, αυτός του απάντησε πως τον αγαπημένο του...σκύλο στη Νέα Υόρκη τον φώναζε ''Κεμάλ''! Θιγμένος μάλλον ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αρνήθηκε να γράψει τραγούδια για ''σκύλους'' κι έτσι το σχέδιο ναυάγησε. Βέβαια, ποιος ξέρει τώρα τι τού'ρθε του Χατζιδάκι κι είπε του Παπαδόπουλου αυτή την ιστορία για τον σκύλο του ονόματι Κεμάλ, αφού, ως γνωστόν, Κεμάλ ονομαζόταν ένα νεαρό αγόρι, το οποίο είχε γνωρίσει στην Αμερική και εντυπωσιασμένος απ'τη γνωριμία, το έκανε τραγούδι (ασχέτως φυσικά των στίχων του Fulterman που μπήκαν στα Reflections).    Τα χρόνια πέρασαν, ένας άτυπος ''ψυχρός πόλεμος'' μεταξύ Μάνου Χατζιδάκι και Λευτέρη Παπαδόπουλου συνέχισε να υπάρχει, μέχρι που το 1985, στο live άλμπουμ της Μαρίας Φαραντούρη από το παρισινό Olympia, είχαμε την πρώτη ελληνική βερσιόν του Κεμάλ με ερμηνευτή τον Βασίλη Λέκκα.   Οι στίχοι ήταν του Νίκου Γκάτσου, του μέντορα του Χατζιδάκι, ο οποίος τελικά ανέλαβε να μεταφράσει στα ελληνικά ολόκληρα τα Reflections ως Αντικατοπτρισμοί. Δεν πρόλαβε να τ' ακούσει ηχογραφημένα με τη φωνή της Αλίκης Καγιαλόγλου, ο δίσκος βγήκε με δυσκολία - λόγω οικονομικών προβλημάτων - από τον Σείριο το 1993, αλλά ο μέγας Γκάτσος είχε ήδη φύγει από τη ζωή την προηγούμενη χρονιά.   Ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις εξηγήθηκε σχετικά αρκετά χρόνια μετά: Ο Γκάτσος γράφοντας στίχους στα ελληνικά, τον έκανε Άραβα πρίγκιπα να προστατεύει τους αδυνάτους, κάτι σαν μια ταινία του Έρολ Φλιν του ΄35. Του οφείλουμε μια ''καληνύχτα'', καθώς πρέπει σ' Έλληνες, απέναντι σ' ένα νεαρό Μωαμεθανό - όπως θα έλεγεν κι ο φίλος μας ο ποιητής ο Καβάφης.   Ακούστε τώρα την ιστορία του Κεμάλ, για μιαν ακόμη φορά. Και συνειδητοποιήστε πόσο πια η εποχή μας μεσ' στον απόλυτο εκφασισμό της καίει τα πιο υγιή εναπομείναντα κύτταρα αυτού του τόπου... Πηγή: www.lifo.gr

Ακούστε τώρα την ιστορία του Κεμάλ | ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ ΝΕΚΡΩΝ | LiFO

Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

Μετανάστευση, ενσωμάτωση και κατακερματισμός



Πέρυσι, στη γειτονιά μου στη Νέα Υόρκη, κυκλοφορούσαν γυναίκες με μπούρκα, ντυμένες στα μαύρα. Στο σούπερ μάρκετ πλήρωναν χωρίς καν να φανεί στο χέρι τους - το θέαμα με σόκαρε και κοιτούσα σαν χαζή. Κανείς άλλος δεν κοιτούσε σαν χαζός: όλοι παρίσταναν ότι πρόκειται για κάτι φυσικό ή αόρατο. Το φαινόμενο ονομάζεται «ελέφαντας στο δωμάτιο». Ωστόσο, ακόμα και μέσα στα πλαίσια του αμερικανικού πειράματος -του «χωνευτηριού»- θα έπρεπε να υπάρχουν κάποια όρια (σχετικά με το κοσμικό κράτος και την υπακοή στους νόμους) η υπέρβαση των οποίων προκαλεί σοβαρά κοινωνικά προβλήματα.
Στα αγγλικά, όποιος έρχεται από άλλη χώρα και είναι πολίτης ενός άλλου κράτους χαρακτηρίζεται alien, «ξένος» που ανήκει σε «ξένο» σώμα. Στα ελληνικά, όπως στα ιταλικά και στα γαλλικά, χρησιμοποιείται η λέξη «εξωτερικό» που υπονοεί φυσικά ένα «εσωτερικό». Ο μετανάστης εμφανίζει λοιπόν μια ακόμη διαφορά σε σχέση με τα πρόσωπα στα οποία είμαστε συνηθισμένοι: είναι ένας άλλος, που είναι διαφορετικός από μας, εμφανίζει περίσσεια -extra- “ξένων” ιδιοτήτων. Αυτή η παραδοχή, εκτός του ότι αποτελεί πραγματιστική συμπεριφορά, προστατεύει τους μετανάστες από τον ρατσισμό των αυτοχθόνων και τη δημοκρατία από την οπισθοδρόμηση.
Οι «ξένες» ιδιότητες ταξινομούνται, για να τις απλοποιήσουμε, σε τέσσερις κατηγορίες: 1) γλωσσική 2) ηθική 3) θρησκευτική και 4) φυλετική. Δηλαδή ο αλλοδαπός μάς φαίνεται ξένος διότι μιλάει διαφορετική γλώσσα -και ίσως δεν μιλάει καθόλου τη δική μας- διότι τα ήθη και τα έθιμα της χώρας καταγωγής του είναι διαφορετικά, διότι έχει διαφορετική θρησκεία – όχι μόνον σε αντίθεση (αμελητέα σήμερα) τύπου Καθολικοί-Προτεστάντες, αλλά σε ισχυρή αντίθεση τύπου χριστιανοί-ισλαμιστές. Επίσης, διότι προέρχεται από διαφορετικό έθνος, «μαύρο», «κίτρινο», αραβικό κ.λπ. Οι δύο πρώτες διαφορές διακρίνονται από τις δύο που ακολουθούν: μπορούν να ξεπεραστούν – αν θέλουμε να τις ξεπεράσουμε. Οι υπόλοιπες εμφανίζουν ριζικά «ξένο» χαρακτήρα.
Γι’ αυτό, μια μεταναστευτική πολιτική που τα βάζει όλα στο ίδιο τσουβάλι, που δεν αναγνωρίζει και δεν λαμβάνει υπόψη τις διακρίσεις μεταξύ των διαφορών είναι λανθασμένη και καταδικασμένη σε αποτυχία. Χρειάζεται αντιθέτως να θέσουμε τρία ερωτήματα: 1) Ενσωμάτωση ποιων; 2) Ενσωμάτωση πώς; 3) Ενσωμάτωση γιατί; Πράγματι, προς τι μια τέτοια λύση αφού η πολυπολιτισμικότητα τής εναντιώνεται και αφού όσοι προορίζονται να ενσωματωθούν δεν θέλουν να ενσωματωθούν;

Πρώτα-πρώτα, ενσωμάτωση ποιων; Ή, καλύτερα, ενσωμάτωση ποιων σε ποιους; Στις ΗΠΑ, στη διάρκεια της δημιουργίας του αμερικανικού έθνους, ενσωμάτωση σήμαινε απορρόφηση και συγχώνευση εθνοτήτων και φυλών. Στην Ευρώπη, μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες, η ενσωμάτωση πραγματοποιούνταν ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς. Αυτό ήταν το θέμα ενός περίφημου κειμένου του T. Χ. Mάρσαλ (1949): Citizenship and Social Class (Ιθαγένεια και κοινωνική τάξη): η πρότασή του αφορούσε την πραγματοποίηση της νομικο-πολιτικής ισότητας μέσω της κοινωνικής ισότητας η οποία εξασφαλίζεται από τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Αλλά, τα κοινωνικά δικαιώματα είναι επισφαλή όταν δεν υποστηρίζονται από τα πολιτικά δικαιώματα. Το κείμενο του Μάρσαλ έφερε στο προσκήνιο το γεγονός ότι η Ευρώπη, παρότι κατέκτησε τον κόσμο, δεν ασχολήθηκε παρά μόνον προσφάτως, με το πρόβλημα της ενσωμάτωσης των νεοφερμένων που ήταν πραγματικά «ξένοι».
Για δύο αιώνες, η Ευρώπη εξήγαγε μετανάστες, δεν δεχόταν μετανάστες. Τους εξήγαγε διότι η δημογραφική αύξηση επιταχύνθηκε και διότι ο Νέος Κόσμος διέθετε ελεύθερο χώρο. Σήμερα, η Ευρώπη εισάγει μετανάστες. Δεν τους εισάγει επειδή ο πληθυσμός της είναι μικρός αλλά, εν μέρει, επειδή οι Ευρωπαίοι έγιναν πλούσιοι παρότι η ευημερία τους κινδυνεύει σήμερα από την κρίση. Ακόμα και οι φτωχότεροι Ευρωπαίοι δεν δέχονταν, μέχρι προσφάτως τουλάχιστον, να κάνουν ταπεινωτικές, βρόμικες και υπερβολικά επίμοχθες δουλειές. Και καθώς η ανεργία στην Ευρώπη είναι, εδώ και πολύ καιρό, διπλάσια έως τετραπλάσια της ανεργίας στις ΗΠΑ, ο Gastarbeiter -ο επισκέπτης-εργάτης, ο μετανάστης- δεν είναι πια απαραίτητος όπως ήταν στις εποχές της οικονομικής άνθησης. Στην πραγματικότητα, έγινε απαραίτητος επειδή τα επιδόματα ανεργίας επέτρεψαν σε πολλούς Δυτικοευρωπαίους να ζουν χωρίς να εργάζονται, επειδή η Σοσιαλδημοκρατία απέκτησε αντιπαραγωγικές παρενέργειες.
Έτσι, η Ευρώπη υποδέχεται μετανάστες διότι, απλούστατα, δεν ξέρει πώς να τους αναχαιτίσει. Με τη σειρά της, η αμηχανία αυτή τροφοδοτεί τα χειρότερα ένστικτα της ανθρώπινης φύσης ενισχύοντας ρατσιστικές και εθνικιστικές ομάδες και αφυπνίζοντας πρότερες βάρβαρες συνήθειες.
Η αυξανόμενη πίεση του αφρο-αραβικού κόσμου στην Ευρώπη δεν οφείλεται αποκλειστικά στη φτώχεια. Η Αφρική ήταν και είναι πάρα πολύ φτωχή όπως και η Μέση Ανατολή, παρά τους θύλακες πλούτου. Η φτώχεια είναι μια σταθερά η οποία επιδεινώνεται εξαιτίας, κυρίως, της δημογραφικής έκρηξης. Η Καθολική εκκλησία ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό γι’ αυτόν τον υπερπληθυσμό που αποτελεί τη μεταβλητή και εξηγεί, εν μέρει, τη μεταναστευτική πίεση. Ο υπερπληθυσμός και η επακόλουθη πλημμύρα οφείλονται επίσης -εδώ έγκειται ένα ζήτημα που διαφεύγει συχνά- στη διάβρωση του αγροτικού πληθυσμού. Όσοι ζουν στην ύπαιθρο, ζουν από τη γη: δεν μένουν άνεργοι εκτός αν συμβεί κάποια θεομηνία (π.χ. ξηρασία). Η ανεργία και η επακόλουθη πείνα, είναι πρόβλημα των αστικών και ημι-αστικών περιοχών. Ο αγρότης που εγκαθίσταται στην πόλη χάνει όχι μόνον τη φυσική του δυνατότητα να τραφεί, αλλά, επιπροσθέτως, αναγκάζεται να αντιμετωπίσει υψηλότερες τιμές για στέγη και υπηρεσίες. Έτσι, παγιδεύεται σε μια θανάσιμη παγίδα στην οποία μπήκε υποσυνείδητα και από την οποία δεν θέλει να βγει.
Τα μεταναστευτικά κύματα που πιέζουν την Ευρώπη ενισχύονται από τρεις καινούργιες “στρατιές”: από τους κάποτε ακίνητους αγροτικούς πληθυσμούς, από τους αστικοποιημένους που υποφέρουν στις μεγαλουπόλεις και, εξυπακούεται, από την “περίσσεια” του πληθυσμού που σώζεται από την ιατρική η οποία ωστόσο αποτυγχάνει να ελέγξει τις γεννήσεις. Το πρόβλημα δεν θα λυθεί με το να δεχθεί η Ευρώπη περισσότερους μετανάστες: η πίεση δεν είναι ούτε συγκυριακή, ούτε κυκλική. Όσοι μπαίνουν στην Ευρώπη δεν μειώνουν τον αριθμό όσων θέλουν να μπουν. Αντιθέτως, προετοιμάζουν το έδαφος και για άλλους.

Δεύτερο πρόβλημα: ενσωμάτωση πώς; Αν δεχτούμε ότι η ενσωμάτωση παραμένει ο στόχος μας -παρά τις πολυπολιτισμικές ιδέες που την πολεμούν- πώς μπορούμε να την επιτύχουμε; Η λύση φαίνεται απλή στα μάτια των αφελών: πρέπει να μετατρέψουμε τους μετανάστες σε πολίτες, να τους παραχωρήσουμε “ιθαγένεια-εθνικότητα”. Σύμφωνα μ’ αυτή την ιδέα αρκεί να δώσεις σε κάποιον “εθνικότητα” για να γίνει πολίτης. Πράγματι, καμιά φορά μπορεί να συμβεί, συνήθως όμως δεν συμβαίνει. Και η πολιτική της εθνικότητας για όλους -συλλήβδην- δεν είναι μόνον καταδικασμένη στην αποτυχία, αλλά επιβαρύνει τα προβλήματα που υποτίθεται ότι θέλει να λύσει.

Το πώς της ενσωμάτωσης εξαρτάται από τον ποιος ενσωματώνεται. Αν οι μετανάστες είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, η ενσωμάτωσή τους δεν μπορεί να προχωρήσει με μια και μοναδική συνταγή. Δεν είναι δυνατό ο μετανάστης με θρησκευτικές και εθνοτικές διαφορές να ενσωματωθεί όπως ο μετανάστης με γλωσσικές και εθιμοτυπικές. Αυτό το αδύνατο υπογραμμίζεται όταν ο μετανάστης ανήκει σε θεοκρατικό πολιτισμό που δεν αναγνωρίζει διαχωρισμό κράτους και Εκκλησίας αποδίδοντας στον πολίτη στην ταυτότητα του “πιστού”. Στα δυτικά συστήματα, είμαστε πολίτες κληρονομικώ δικαίω (στις παλαιότερες χώρες) – juris sanguinis – ή με γνώμονα τη χώρα γέννησής μας (για τις νεότερες χώρες, τις χώρες μεταναστών) - jus soli. Οι μουσουλμάνοι δεν αναγνωρίζουν την εθνικότητα optimo jure (πλήρως) παρά μόνον στους πιστούς: η υποταγή στον νόμο του κορανίου συνδέεται άρρηκτα με αυτή την εθνικότητα.

Σε όλες τις περιπτώσεις, η ενσωμάτωση μπορεί να συμβεί μόνον αν οι ενδιαφερόμενοι το επιθυμούν. Δεν μπορεί να συμβεί χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Η απλή αλήθεια είναι λοιπόν ότι η ενσωμάτωση συμβαίνει σε όσους είναι επιρρεπείς ενσωμάτωσης και, κατά συνέπεια, η παραχώρηση ιθαγένειας σε μη ενσωματώσιμους μετανάστες δεν οδηγεί στην ενσωμάτωση αλλά στο αντίθετό της. Ο Τζαν Ενρίκο Ρουσκόνι παρατηρεί ότι το “να είσαι πολίτης δεν σημαίνει μόνο να απολαμβάνεις των αγαθών και των ατομικών δικαιωμάτων, αλλά να συμμετέχεις στη δημιουργία τους”. Άρα, το να κάνεις πολίτες όσους αποκτούν αγαθά και δικαιώματα, αλλά δεν νιώθουν τη δέσμευση να συντελέσουν στη δημιουργία τους, σημαίνει ότι κατασκευάζεις μια διαφοροποιημένη ιθαγένεια που υπονομεύει, κατακερματίζοντας την πλουραλιστική πολιτεία.

Το “χωνευτήρι” έπαψε να λειτουργεί ακόμα και στις ΗΠΑ που υπήρξαν ο ιδανικός του χώρος: το αποδεικνύει η παρουσία του ριζοσπαστικού Ισλάμ στο αμερικανικό έδαφος. Όσο για τους Αμερικανούς Μαύρους δεν είναι οι Αφρικανοί Μαύροι: είναι Αμερικανοί που μιλούν αμερικανικά. Κι όμως, ακόμα και η δική τους ενσωμάτωση οπισθοχωρεί. Το ίδιο ισχύει και για τους ισπανόφωνους από τη Λατινική Αμερική: σήμερα οι ισπανόφωνοι αντιστέκονται στην ενσωμάτωση - ψηφίζουν και εκλέγουν, στις περιοχές όπου είναι συγκεντρωμένοι (στην Καλιφόρνια, στο Τέξας), τους «δικούς τους», συνιστώντας συμπαγείς πελατείες οι οποίες διεκδικούν, μεταξύ άλλων, πλήρη γλωσσικό και πολιτιστικό μονισμό για τον εαυτό τους.

Αν λοιπόν τα πράγματα εκτυλίσσονται έτσι στις σχετικά εύκολες περιπτώσεις, τι γίνεται στις δύσκολες; Οι περισσότεροι Μαύροι που φτάνουν στην Ιταλία και στη Γαλλία δεν είναι χριστιανοί, ενώ οι Αμερικανοί Μαύροι είναι (προς το παρόν: παρατηρείται μαζική ισλαμοποίηση της μαύρης μειονότητας)˙ δεν μιλούν, όπως οι Αμερικανοί Μαύροι, την ίδια γλώσσα μ’ εκείνη της «χώρας των λευκών» και η εθνο-πολιτιστική διαφορά είναι απείρως μεγαλύτερη για τους Μαύρους που έρχονται από την Αφρική απ’ όσο για έναν μαύρο πληθυσμό που ζει στην Αμερική για περισσότερα από διακόσια χρόνια.

Αν λοιπόν το χωνευτήρι λειτουργεί όλο και λιγότερο στο ιδεώδες έδαφός του, πώς θα λειτουργήσει στην Ευρώπη; Στην Ευρώπη, η χώρα της «εύκολης ιθαγένειας» θεωρείται η Γαλλία. Αυτή η ευκολία δεν είχε μέχρι σήμερα καταστροφικές συνέπειες διότι οι χώρες του Μπαγκρέμπ απαγορεύουν στους Βορειοαφρικανούς που εγκαθίστανται στη Γαλλία να διατηρούν δύο ιθαγένειες. Έτσι, το ποσοστό των Βορειοαφρικανών που γίνονται Γάλλοι πολίτες είναι σχετικά χαμηλό. Κι αυτός είναι ο λόγος, ευτυχώς, που η ξενόφοβη ψήφος υπέρ του Εθνικού Μετώπου παραμένει γύρω στο 15%. (Αν και  τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει αυξητική τάση λόγω της πιο «mainstream» προσωπικότητας της Μαρίν Λε Πεν).
Η Βρετανία είναι διαφορετική περίπτωση: η «ανοιχτή πόρτα» είναι συνέπεια της Κοινοπολιτείας. Και για να μη χαθεί ο έλεγχος, η Βρετανία βρίσκεται στην παράδοξη θέση να αρνείται την πρόσβαση στη μητέρα-πατρίδα στους, ας πούμε, «αποικιακούς» πολίτες της. Το 1981, η Μάργκαρετ Θάτσερ προσπάθησε να εμποδίσει τη μαζική «βρετανοποίηση» παραχωρώντας την ιθαγένεια μόνον στους «αποικιακούς» απογόνους πολιτών που είχαν βρετανική καταγωγή: η πολιτική αυτή αμφισβητήθηκε με δριμύτητα όπως όλα όσα έκανε ο Θάτσερ. Όσο για την Ιταλία, η μεταναστευτική της πολιτική δεν ρυθμίζεται ούτε από τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης, ούτε από βαρύ αποικιοκρατικό παρελθόν όπως εκείνο της Γαλλίας και της Βρετανίας. Και εκτός του ότι είναι αναποτελεσματική, χαρακτηρίζεται από ψεύτικο ανθρωπισμό έναντι του Τρίτου Κόσμου στον οποίον συγκλίνουν, ενισχύοντάς τον, τα αριστερά κόμματα και ο Καθολικός λαϊκισμός.

Οι σοβαρότερες περιπτώσεις, ή οι εν δυνάμει σοβαρότερες, είναι λοιπόν η Γαλλία και η Ιταλία – καθώς και η Ελλάδα φυσικά η οποία ωστόσο αντιμετωπίζει προπάντων πρόβλημα γενικής επιβίωσης. Σ’ αυτές τις χώρες, η διαχείριση της μετανάστευσης είναι δυσκολότερη απ’ όσο εκείνη που προέρχεται από την Κοινοπολιτεία πιέζοντας τη Βρετανία. Η εμπειρία αποδεικνύει ότι οι εξω-κοινοτικοί μετανάστες (οι ίδιοι και τα παιδιά τους) ενσωματώνονται κατά προτεραιότητα σε κλειστά εθνοτικά δίκτυα αλληλοβοήθειας και άμυνας. Όταν μια τριτοκοσμική κοινότητα φτάνει σε κρίσιμο σημείο, αρχίζει να διεκδικεί -με τη βοήθεια της ιδέας της πολυπολιτισμικότητας- τα δικαιώματα της πολιτιστικοθρησκευτικής τους ταυτότητας και ενδέχεται να επιτεθεί σε όσους ορίζει «καταπιεστές» αυτής της ταυτότητας, δηλαδή στους αυτόχθονες της χώρας.

Η εμπειρία δείχνει επίσης ότι η παραχώρηση της ιθαγένειας δεν συνεπάγεται την ενσωμάτωση. Τέτοιος αυτοματισμός δεν υπάρχει. Αντιθέτως, όπως γράφει ο Τζοβάνι Σαρτόρι, είναι πολύ πιθανόν ότι στην Ιταλία αυτή η ευκολία στην παραχώρηση ιθαγένειας ενισχύει συσπειρώσεις αντι-πολιτών. Σχεδόν αναπόφευκτα, η εκλογή ενός δημάρχου της Νότιας Ιταλίας ρυθμίζεται από την ψήφο της μαφίας, και παρότι κάνουμε ότι δεν βλέπουμε ο δήμαρχος υποτάσσεται στις επιθυμίες της μαφίας. Κάτι παρόμοιο θα συμβεί στις εξω-κοινοτικές ομάδες αν αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου. Αυτή η ψήφος θα χρησιμεύσει ώστε να γίνουν απρόσβλητοι από τις δυνάμεις ασφαλείας, να επιβάλουν τις θρησκευτικές τους γιορτές κάθε Παρασκευή, να φορούν τσαντόρ (οι γυναίκες), να ασκούν την πολυγαμία (οι άνδρες) και να υποβάλλουν τις γυναίκες σε κλειτοριδεκτομή.
Όταν διατυπώνονται αντιρρήσεις στη γαλλική μεταναστευτική πολιτική και στις ψευδαισθήσεις της πολυπολυτισμικότητας, οι τόνοι ανεβαίνουν και ακούγονται υβριστικοί χαρακτηρισμοί περί ρατσισμού και «δεξιάς αντίδρασης». Εξάλλου, εφόσον συγχέεται ο πλουραλισμός με την πολυπολιτισμικότητα, επικρατεί η άποψη ότι οι διακρίσεις και ο πολιτικός διαχωρισμός υποθάλπουν κοινωνικές εντάσεις και εξεγέρσεις. Το επιχείρημα μπερδεύει τους ξένους που είναι νόμιμοι κάτοικοι και τους λαθρομετανάστες. Οι πρώτοι, αντιθέτως προς τους δεύτερους, δεν τροφοδοτούν ρεύματα «διαχωρισμού-εξέγερσης». Αυτό συμβαίνει επειδή οι λαθρομετανάστες υπάρχουν, ενώ δεν θα έπρεπε να υπάρχουν, από νομική άποψη και σε κράτος δικαίου. Να το πρόβλημα. Θα έπρεπε να πούμε λοιπόν ότι οι κοινωνικές εντάσεις και οι εξεγέρσεις δεν οφείλονται σχεδόν ποτέ σε όσους μπαίνουν νομίμως στη χώρα, αλλά σε όσους μπαίνουν παρανόμως. Προσθέτω ότι η παράνομη είσοδος δεν επανορθώνεται από τα εκ των υστέρων μέτρα μαζικής «νομιμοποίησης». Ακόμα κι όταν παραχωρηθεί αυτή η νομιμότητα, παραμένει το αρχικό σφάλμα: η ανεξέλεγκτη μετανάστευση, η μετανάστευση χωρίς κριτήρια. Πρόκειται εκ των πραγμάτων, για «κακή μετανάστευση», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι «κακά» τα άτομα. Κοντολογίς, τα σύνορα των χωρών πρέπει να γίνονται σεβαστά.
Επικρατεί επίσης η άποψη, κυρίως στον χώρο της Αριστεράς, ότι η παραχώρηση ψήφου λειτουργεί ως πρόληψη ρατσιστικών εκδηλώσεων. Όμως ο ρατσισμός δεν μπορεί να αποδοθεί στο αν έχει ή αν δεν έχει κάποιος δικαίωμα ψήφου: ο ρατσισμός ενθαρρύνεται από την πολιτιστική απόσταση -με κάθε έννοια του όρου- η οποία χωρίζει τον πληθυσμό υποδοχής από τους πληθυσμούς που έρχονται. Επίσης, εξαρτάται από την ποσότητα, από το μέγεθος της μετανάστευσης. Ένας μη αυτόχθων πληθυσμός της τάξεως του 10% είναι αποδεκτός, αλλά αν αγγίζει το 20% το πράγμα αρχίζει να γίνεται προβληματικό. Ένα 30% θα συναντούσε σίγουρα ισχυρές αντιστάσεις, μερικές από τις οποίες θα είχαν ρατσιστικό περιεχόμενο.

Λύσεις υπάρχουν – μερικές είναι μακροπρόθεσμες και σχετίζονται, λόγου χάρη, με την εκβιομηχάνιση του Τρίτου Κόσμου, με την ανάπτυξή του, με την άνοδο του βιοτικού του επιπέδου ώστε η μετανάστευση να γίνει, λίγο-πολύ, περιττή. Από την άλλη πλευρά, χρειάζεται η εφαρμογή ενός πολύ συγκεκριμένου πλουραλιστικού συστήματος στη Δύση. Σήμερα η λέξη «πλουραλισμός» είναι της μόδας, χωρίς να γίνεται κατανοητή: συγχέεται συχνά με μια επέκτασή της, την πολυπολιτισμικότητα, δηλαδή με την πολιτική που προωθεί, αναδεικνύει και εντείνει τις εθνικές και πολιτιστικές διαφορές. Εν κατακλείδι, ο πλουραλισμός και η πολυπολιτισμικότητα είναι, ουσιαστικά, αντίθετες αντιλήψεις: η πολυπολιτισμικότητα δεν αποτελεί τη συνέχιση και την υπέρβαση του πλουραλισμού, αλλά την άρνησή του.

Εξυπακούεται ότι η πλουραλιστική κοινωνία είναι μια ανοιχτή κοινωνία. Σήμερα όμως τίθεται το ερώτημα «ανοιχτή μέχρι ποιο σημείο;». Η ελαστικότητα (το «άνοιγμα») της κοινωνίας δοκιμάζεται σκληρά μέσω εσωτερικών διεκδικήσεων (όπως στις ΗΠΑ) και μέσω μαζικής πίεσης μεταναστευτικών κυμάτων από το εξωτερικό (όπως είναι η περίπτωση της Ευρώπης). Μέχρι ποιο σημείο η πλουραλιστική κοινωνία μπορεί να διατηρήσει τη συνοχή της υποδεχόμενη ξένους που την απορρίπτουν (όπως οι Τσετσένοι φοιτητές στις ΗΠΑ); Παραλλήλως, πώς μπορεί να ενσωματώσει ξένους μετανάστες που προέρχονται από άλλους πολιτισμούς, θρησκείες και εθνότητες;

Αυτά τα δύσκολα προβλήματα δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με την ανευθυνότητα και την ασυνειδησία με την οποία αντιμετωπίζονται. Ελέφαντας σε δωμάτιο. Σε όποιον αισθάνεται «εισβολή» οι ιθύνοντες απαντούν με δύο τρόπους: είτε μέσω ενός τυφλού καθησυχασμού («όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι και καλοί»), είτε μέσω της αναμόχλευσης μισανθρωπικών αισθημάτων που καταλήγουν σε θλιβερά φαινόμενα όπως η «Χρυσή Αυγή». Η επιβολή της πολυπολιτισμικότητας, η σύγχυσή της με τον πλουραλισμό, δεν καταλήγει στην ειρηνική συνύπαρξη αλλά στη δημιουργία έκνομων κοινοτήτων, στην τρομοκρατία και στον ρατσισμό.

Μετανάστευση, ενσωμάτωση και κατακερματισμός | POST | Protagon

Σάββατο 13 Απριλίου 2013

Το μήλο κάτω απ΄ τη μηλιά


Από το πρωί πολλοί θρηνούν στα social media για την κατάντια της νεολαίας μας. Με αφορμή την συμπεριφορά των μαθητών του ΤΕΙ Πάτρας προς ένα καθηγητή τους. Είναι σαν να πέφτουν με το αλεξίπτωτο σε αυτή τη μικρή, ξεχασμένη χώρα. Σα να μην έχουν ξαναδεί έφηβους και βάλε.   
Ορισμένες παρατηρήσεις μου: 
1.Η μεταστροφή του παλιού φόβου (που υπήρχε προς τους καθηγητές) σε επιθετικότητα, έχει γίνει προ πολλού. Δεν θα υπερασπιστώ τον παλιό φόβο, διότι σπάνια συμβάδιζε με τον σεβασμό και πολλοί καθηγητές είναι και ανεπαρκείς και βάναυσοι. Ούτε με εκπλήσσει η τωρινή επιθετικότητα, διότι τα παιδιά μεγαλώνουν σε σπίτια και κοινωνία ψιλοδιαλυμένα, χωρίς να φταίνε αυτά.  
2. Με ενοχλεί όμως το είδος της επιθετικότητας. Που είναι φτωχή, στενή και κατινιάρικη –προδίδοντας φτωχά, στενά και κατινιάρικα «ιδεώδη». Πολλές φορές ο τρόπος και η όψη ενός πράγματος είναι ο λαγός της ουσίας του. Μια έφηβη που σκούζει έτσι (θυμίζοντας οικογενειακό νεορεαλισμό) συνήθως σκούζει και ψυχικά. Και ασφαλώς δεν έχει ουδεμία σχέση με την καταστροφική οργή των παλιών νεανικών κινημάτων. Εκείνα ήταν καρπός ενός φλογερού, σχεδόν ουτοπικού ινδάλματος, γι αυτό και είχαν ωραίο πάθος, μεγάλες χειρονομίες, ποιητική σημειολογία, ιστορικό διασκελισμό και συλλογικότητα. Αυτά εδώ είναι γατοξεράσματα θράσους, αντιγραμμένα από τη νεολούμπεν αναίδεια της τηλεόρασης και τον σκοτωμένο κόσμο της μεταπολιτευτικής ελληνικής οικογένειας.   
3. Αυτό, το τελευταίο, είναι ίσως και το πιο σημαντικό: πρώτη φορά, ιστορικά, τα νέα παιδιά μοιάζουν τόσο πολύ με το μπαμπά τους και τη μαμά τους, την στιγμή που οι μπαμπαδες και οι μαμάδες στην Ελλάδα είναι  ασκημότεροι παρά ποτέ. Είναι οι μπαμπάδες και οι μαμάδες που, με την μικρή ή μεγάλη συμμετοχή τους, χρεοκόπησαν την Ελλάδα, εξέθρεψαν την αρρώστια της μεταπολίτευσης και μπηχεβιοριστικά, από τη μεταπολίτευση και μετά, μοιάζουν με μεθυσμένοι πίθηκοι.   
4. Οπότε, σε αυτό το βίντεο, είναι όλοι εξ ίσου άσχημοι. Ο καθηγητής (με όλη την κούραση, το ψεύδος και την ανικανότητα του συστήματος που εκπροσωπεί) και οι μαθητές με την σκυλάδικη ακήμια  τους, που γίνεται διπλή, επειδή κανείς τη νιότη την συνδέει με πιο ωραία πράγματα, έξαψη και ορμή –κι όχι με σκοτωμένη πίστα Μενεγάκη.   5. Συμπερασμα: Στην εποχή της παρακμής, δεν υπάρχουν θύτες και θυματα, πλούσιοι και φτωχοί –ούτε καν νέοι και γέροι! Ολοι έχουν πέσει στη μεγάλη λούμπα  της ύβρεως κι αλληλοτρώγονται ή κάνουν υπομονή, μεχρι να γυρίσει ο τροχός. Βιαίως ή όχι.   

Το μήλο κάτω απ΄ τη μηλιά. Του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου | ΚΕΙΜΕΝΑ | LiFO

Της ημετέρας παιδείας αμέτοχοι

Στη βολική απάντηση ότι «η τρομακτική άνοδος της Χρυσής Αυγής οφείλεται στην κρίση» υπάρχει ένα ενοχλητικό ερώτημα: Και η Αντικαπιταλιστική Αριστερή Συνεργασία είχε το 2009 περίπου το ποσοστό της Χρυσής Αυγής και λίγο ψηλότερο (0,32% έναντι 0,29%)· γιατί οι πολίτες προτίμησαν να εκτινάξουν την Χ.Α. και όχι την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η οποία στο κάτω-κάτω της γραφής έχει πιο συγκροτημένο ριζοσπαστικό λόγο; Γιατί, οι Ελληνες σε αντίθεση με τους Ιταλούς, δεν διάλεξαν μια διασκεδαστική εκδοχή της αντιπολιτικής και επέλεξαν την επικίνδυνη; Δεν είναι μόνο η επικοινωνία ή τα ΜΜΕ. Ιδια προβολή είχαν από τα κανάλια προεκλογικά τα ελάχιστα κόμματα, η δε ΑΝΤΑΡΣΥΑ έκανε περισσότερες θορυβώδεις παρεμβάσεις στα οικονομικοπολιτικά δρώμενα.

Αυτή η ενοχλητική ερώτηση έχει μια ακόμη πιο ενοχλητική υποψία. Μήπως αυτά που κηρύσσει το νεοναζιστικό κόμμα ήταν διάχυτα στην ελληνική κοινωνία και δεν μπορούσαν να βρουν πολιτική έκφραση, επειδή οι σημερινοί ψηφοφόροι της Χ.Α. ήταν μπουκωμένοι από το επάρατο πελατειακό κράτος; Μήπως ο φασισμός που ξορκίζαμε ήταν διαρκώς παρών σε διάφορες εκφάνσεις του κοινωνικού μας βίου κι εμείς τον αποσιωπούσαμε με αφορισμούς του στυλ «οι Ελληνες δεν είναι ρατσιστές», ή «στην Ελλάδα δεν μπορεί να φυτρώσει ο ναζισμός»; Μήπως έχει δίκιο ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής κ. Νίκος Μιχαλολιάκος, ο οποίος σε ένα από τα τελευταία κείμενά του γράφει ότι «τα “παιδιά με τα μαύρα” δεν είναι υπόθεση του τελευταίου χρόνου. Ηταν πάντα δίπλα σας, ζούσαν ανάμεσά σας, εδώ και πολλά χρόνια»; Κι αν πολλοί από αυτούς που στελεχώνουν τις ομάδες κρούσης της Χ.Α. ήταν μπράβοι σε μπαρ, μήπως ήταν οι αντιλήψεις της Χ.Α. που «ζούσαν ανάμεσά μας, εδώ και πολλά χρόνια»;

Η αλήθεια είναι πως η ιδιωτική τηλεόραση συντέλεσε τα μάλα στην καλλιέργεια του φαινομένου. Αλλά δεν ξεκινά από εκεί το κακό. Το γεγονός ότι το τηλεοπτικό τοπίο εκχυδαΐστηκε τόσο γρήγορα και μάλιστα χωρίς αντίσταση πρέπει να έχει βαθύτερα αίτια. Δεν οφείλεται μόνο στον ανταγωνισμό, όπως λέει μια άλλη βολική για την αριστερά θεωρία. Στο κάτω-κάτω της γραφής ακόμη και η θατσερική Βρετανία έχει καλύτερα δελτία ειδήσεων από τα δικά μας.

Ζούμε σε μια χώρα που τρόμαξε ότι θα της κλέψουν τα φωνήεντα και το Διαδίκτυο είναι πλημμυρισμένο από εκφράσεις του στυλ «έμα και τοιμή». Φτάσαμε να έχουμε πανεπιστημιακούς που πιστεύουν ότι καταλύθηκε με βία το Σύνταγμα και η «αντίσταση με κάθε μέσο» είναι θεμιτή. Υπάρχουν παιδιά εκεί έξω (και μάλιστα πάρα πολλά, όπως απέδειξε ο Δεκέμβριος του 2008) που πιστεύουν ότι είναι αυτοάμυνα να πετούν πέτρες στα αστυνομικά τμήματα. Εχουμε βουλευτές που βλέπουν συνωμοσίες σε email που καταλήγουν με το «sent from my iPad»· πολιτικούς αρχηγούς που δεν κατανοούν πώς αυξάνει το χρέος ενώ μειώνεται (αλλά δεν εξαλείφεται) το έλλειμμα.

Μεγαλύτερο πρόβλημα και από το δημοσιονομικό έλλειμμα αποτελεί το έλλειμμα παιδείας, το οποίο είναι εμφανές σε κάθε επίπεδο του κοινού μας βίου. Εκεί επιβιώνει και αναπτύσσεται ο λαϊκισμός, ο οποίος σε συγκεκριμένες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, μεταμορφώνεται σε φασισμό. Η κρίση δεν δημιούργησε το φαινόμενο, απλώς το πυροδότησε. Ηταν ο καταλύτης που ενεργοποίησε την αντίδραση σε ένα προϋπάρχον μείγμα αντιλήψεων και κενών παιδείας.

Της ημετέρας παιδείας αμέτοχοι | Πάσχος Μανδραβέλης | Μεταρρύθμιση

Τρίτη 9 Απριλίου 2013

Οι εκπληκτικότερες φωτογραφίες της Θάτσερ


Έχετε δει πολλές, αλλά αυτές είναι οι 35 εκπληκτικότερες φωτογραφίες της Θάτσερ | ΜΕΓΑΛΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ | LiFO

Πολιτικό μέγεθος



Και μόνο το γεγονός ότι ακόμα αναφερόμαστε (και θα αναφερόμαστε) στον «Θατσερισμό», καταδεικνύει ότι το πολιτικό μέγεθος της Μάργκαρετ Θάτσερ -που πέθανε τη Δευτέρα, στις 12 το μεσημέρι, ώρα Αγγλίας, σε ηλικία 87 ετών- ήταν τεράστιο.
Από τη στιγμή που μαθεύτηκε στην Αγγλία η είδηση του θανάτου της, μία φράση επαναλαμβάνεται από όλους – εκείνους που τη λάτρεψαν και εκείνους που τη μίσησαν: «Για καλό ή για κακό, άλλαξε τις ζωές όλων μας». Αυτό, δεν είναι απλώς μία διαπίστωση. Είναι… ορατή πραγματικότητα.
Ο κόσμος πληρώνει τους λογαριασμούς ρεύματος, τηλεφώνου και ύδατος σε εταιρείες ιδιωτικές. Ο ανταγωνισμός μεταξύ τους έχει βελτιώσει, στην Αγγλία τουλάχιστον, την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών, και έχει κάνει τις τιμές χαμηλότερες. Πέρασε στον κόσμο τη φιλοσοφία της ότι δεν πρέπει να τα περιμένεις όλα από το Κράτος κι ότι ο καθένας, στον τομέα του, πρέπει να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί.
Μίκρυνε τον Δημόσιο Τομέα, και εξέθεσε τα συνδικάτα με μία απλή, απλούστατη απόφασή της: οι απεργίες θα αποφασίζονται από την πλειοψηφία των μελών και με μυστική ψηφοφορία. Έγινε πρωθυπουργός μιας χώρας που μόλις βγήκε από τον χειρότερο χειμώνα της μεταπολεμικής της ιστορίας. Οι ασταμάτητες απεργίες των συνδικάτων είχαν αφήσει στίβες από αμάζευτα σκουπίδια στους δρόμους και εκατοντάδες πτώματα άθαφτα στα νεκροταφεία.
Ήταν ο «χειμώνας της δυσαρέσκειας», αλλά η τελευταία λέξη δεν αποδίδει όσο πρέπει την αγγλική discontent, που είναι απείρως ισχυρότερη, απείρως πιο επώδυνη! Η ανεργία ήταν στο υψηλότερό της σημείο. Υπήρχαν ατέλειωτες ελλείψεις βασικών ειδών. Κι ο πολιτικός κόσμος με το άκαμπτο βρετανικό άνω χείλος, συζητούσε φιλολογικά για το «πώς θα αντιστρέψουμε τη κρίση».
Στο συγκαταβατικό «ελάτε να το συζητήσουμε», των άλλων, η Θάτσερ αντέταξε τον δικό της σκληρό πραγματισμό που έλεγε «λύστε το, σήμερα». Και, ακόμα περισσότερο, «εάν δεν το κάνετε εσείς, θα το κάνω εγώ». Και το έκανε.
Έχοντας ως πρότυπο τον μανάβη πατέρα της, αισθάνθηκε ότι είχε το δικαίωμα να απευθύνεται στον λαό της ως καθηγήτρια αυστηρού δημόσιου σχολείου, να του κουνάει το δάχτυλο και να του λέει, «αφού πέτυχε ο πατέρας μου, μπορείτε και εσείς». Και ήταν η πρώτη φορά, πράγματι, που η λέξη «παραγωγικότητα» απέκτησε και πάλι νόημα, σε μια χώρα που έβλεπε τις πατροπαράδοτες βιομηχανίες της, αυτοκίνητα, οικιακές συσκευές, υφασματουργία, ορυχεία και άλλες, να γίνονται προβληματικές και να χάνουν σημαντικά μερίδια αγοράς από πιο αποτελεσματικούς ανταγωνιστές, κυρίως από άλλες χωρες.
Ακόμα και αντίπαλοί της που την πολέμησαν σκληρά, παραδέχονται ανοικτά από το πρωί, όπως είπε και η αναπληρωτής αρχηγός του Εργατικού Κόμματος, Χάριετ Χάρμαντ, ότι ήταν ήταν «a towering figure», «μία δεσπόζουσα προσωπικότητα».
Μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση, που ακόμα και άνθρωποι, όπως ηγέτες του συνδικαλιστικού κινήματος, που συγκρούστηκαν άγρια μαζί της, και που ακόμα πιστεύουν ότι η πολιτική της «ωραιοποίησε την ιδιωτική πρωτοβουλία», γεγονός που «ευνόησε το κεφάλαιο και γονάτισε τον απλό λαό», απέτισαν φόρο τιμής σε έναν άνθρωπο «που προσπαθούσε πάντα να κάνει ό,τι πίστευε πως ήταν καλύτερο για την χώρα της».
Έλεγε εκείνα τα χρόνια που όλοι την επέκριναν για το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεών της, ότι «θάρθει μέρα που θα γελάει κάποιος όταν θα μαθαίνει ότι σ’ αυτήν τη χώρα, οι Μεταφορές Πίκφορντς, ήταν επιχείρηση του Δημοσίου». Και πράγματι θα γέλαγε. Και πράγματι, αυτό ήταν «ο Θατσερισμός». Όχι πολιτική ιδεολογία. Αλλά, επίπτωση. Επίπτωση, στην καθημερινή ζωή των ανθρωπων.
Ήταν τόσο ισχυρή η πεποίθησή της ότι έκανε «αυτό που είναι σωστό», που πολλές φορές αγνοούσε ότι υπήρχαν και άνθρωποι που δεν χωρούσαν στο δικό της μοντέλο. Που δεν ήταν δυναμικοί. Που δεν μπορούσαν να βασιστούν στον εαυτό τους. Και έτσι, η λεγόμενη «κοινωνική πολιτική», που κάποτε ήταν ο πυλώνας της ζωής όλων των Βρετανών, ναι μεν απαλλάχτηκε από τα βαρίδια των συνδικάτων και των αργόσχολων υπαλλήλων, αλλά είδε υπηρεσίες της να μην μπορουν να λειτουργήσουν όπως έπρεπε, λόγω υποχρηματοδότησης, και πάντα να επικρέμεται η απειλή «μήπως πουληθούν και αυτές στον ιδιωτικό τομέα».
Στα χρόνια της Θάτσερ, είναι αλήθεια ότι το κάποτε κραταιό Εθνικό Σύστημα Υγείας, ΝΗS, έγινε δεύτερης και τρίτης κατηγορίας υπηρεσία, ενώ μερικά από τα καλύτερα ακαδημαϊκά μυαλά της χώρας μετανάστευσαν σε πανεπιστήμια της Αμερικής, του Καναδά και της Αυστραλίας.
Σπουδαία διπλωμάτης δεν ήταν. Η φράση που τη χαρακτήριζε, ήταν forthright. Σε ελεύθερη μετάφραση, ό,τι σκεφτόταν το έλεγε ευθέως και, πολλές φορές, άκομψα. Το έλεγε, όμως. Και αυτό, συχνά απορύθμιζε το άκαμπτο, γκριζοκουστουμαρισμένο ανδρικό της ακροατήριο, που ήταν το υπουργικό της συμβούλιο, και οι Ευρωπαίοι εταίροι της στα Συμβούλια Κορυφής της Ε.Ε.
Θα μείνει στην ιστορία ως μία από τους τρεις ηγέτες που πιστώνονται για τον ρόλο τους στο γκρέμισμα των απολυταρχικών καθεστώτων των πρώην σοβιετικών «δημοκρατιών», μαζί με τον Ρέιγκαν και τον Γκορμπατσόφ. Η αλήθεια είναι ότι τα καθεστώτα αυτά γκρεμίστηκαν πρωτίστως επειδή τα φρουτα της οργης των λαών τους είχαν ωριμάσει τόσο πολύ που νομοτελειακά θα φτάναμε εκεί που φτασαμε. Ισως, εδώ, ο ρόλος της Θάτσερ να μην ήταν τόσο καθοριστικός, όσο παρουσιάζεται. Και δεν αρκεί, βέβαια, η θεωρία της επιρροής που φέρεται να είχε στον Γκορμπτασόφ, για τον οποίο είχε πει το ιστορικό «με αυτόν τον άνθρωπο μπορώ να συνεννοηθώ».
Πάντως, έστω και συμβολικά, έχει σημασία που το «σιδηρούν παραπέτασμα» να έπεσε επί των ημερών αυτής της γυναίκας, που όχι τυχαία, και καθόλου άδικα, ονομάστηκε «Σιδηρά Κυρία». Και ακόμα μεγαλύτερη σημασία έχει ότι στο τέλος, δεν την έριξε ο λαός της, αλλά το κονκλάβιο του ίδιου της του κόμματος, του Συντηρητικού, που πάντοτε την έβλεπε ως κάτι «έξω από εμάς» και, κυρίως, ως απειλή στο Great British Establishment, το Μέγα Βρετανικό Κατεστημένο.

Πολιτικό μέγεθος | ΠΡΟΣΩΠΑ | Protagon

Κυριακή 7 Απριλίου 2013

Είδαν το φως να... γέρνει


Πασαντίνα, Καλιφόρνια 

Διεθνής ερευνητική ομάδα έστρεψε τον φακό του διαστημικού τηλεσκοπίου Kepler σε ένα δυαδικό σύστημα που αποτελείται από ένα λευκό νάνο και έναν κόκκινο νάνο. Στόχος τους ήταν να μετρήσουν τη μάζα των δύο άστρων. Ομως οι παρατηρήσεις επέτρεψαν στους ερευνητές να γίνουν μάρτυρες και διαφόρων φαινομένων τα οποία βοηθούν στο να γίνει καλύτερη κατανόηση των κοσμικών διεργασιών που λαμβάνουν χώρα στη δημιουργία και εξέλιξη δυαδικών συστημάτων.
Η καμπύλωση και το παράδοξο
Ανάμεσα στα φαινόμενα που παρατήρησαν οι ερευνητές ήταν και η καμπύλωση του φωτός που σημειώθηκε όταν ο λευκός νάνος πλησίασε τον… σύντροφο του. Τα δεδομένα που προκύπτουν από τη συγκεκριμένη παρατήρηση θα βοηθήσουν τους επιστήμονες να διαπιστώσουν αν και σε τι ποσοστό είναι συμβατά με τη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας στην οποία ο Αϊνστάιν αναφέρει ότι η βαρύτητα καμπυλώνει το φως.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο λευκός νάνος έχει μέγεθος παρόμοιο με εκείνο της Γης αλλά μάζα παρόμοια με εκείνη του Ηλιου. Είναι τόσο… βαρύς ώστε ο κόκκινος νάνος, αν και μεγαλύτερος σε μέγεθος, είναι αυτός που κινείται γύρω από τον λευκό γείτονα του. Η έρευνα θα δημοσιευθεί στο προσεχές τεύχος της επιθεώρησης «Astrophysical Journal».

Είδαν το φως να... γέρνει - science - Φυσική – Διάστημα - ΤΟ ΒΗΜΑ

Κυριακή 31 Μαρτίου 2013

Οι ενοχές των ελίτ




Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Ο ελληνιστής Ρόμπερτ Νοξ έγραψε κάποτε πως μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι κλασικές σπουδές στην Αγγλία ήταν το διαβατήριο όσων ήθελαν να σταδιοδρομήσουν στη δημόσια διοίκηση. Στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, η κατάσταση άλλαξε σταδιακά, με αποτέλεσμα σήμερα η μελέτη του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, όταν δεν αποτελεί καταφύγιο κάποιων εκκεντρικών μυαλών, να χαράζει κάτι δύσβατα μονοπάτια.
Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ εντόπισε το ίδιο ακριβώς φαινόμενο με διαφορετικά λόγια. Είπε πως ώς το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα ο κλασικός πολιτισμός άγγιζε τη συλλογική ευαισθησία των Ευρωπαίων. Μετά, έγινε μια υπόθεση που αφορά μόνον ειδικούς μελετητές.
Το φαινόμενο αποδίδεται στη μετατροπή της παιδείας σε μια βιομηχανία στελέχωσης των παραγωγικών δυνάμεων. Οι ρυθμοί της οικονομικής ανάπτυξης ήταν τέτοιοι που δεν επέτρεπαν στις ελίτ να φορτώνουν τις αποσκευές τους με τις αφαιρετικές της λατινικής ή τις απόψεις των αργόσχολων που κατοικούν στους πλατωνικούς διαλόγους.
Λειτούργησε και ένα ακόμη αντανακλαστικό, εξίσου ουσιαστικό. Η κλασική παιδεία, επειδή ήταν αυτή που γαλούχησε τις ευρωπαϊκές ελίτ, θεωρήθηκε και υπεύθυνη για την πολιτισμική αλαζονεία της Γηραιάς Ηπείρου. Οταν η Ευρώπη εγκατέλειψε τις αποικίες της και προσκάλεσε τους πληθυσμούς τους στο έδαφός της για την οικοδόμηση της πολυπολιτισμικής κοινωνίας, τη θέση της πολιτισμικής υπεροχής κατέλαβαν οι θεωρίες περί ισοτιμίας των πολιτισμών, ο απόλυτος μεταμοντέρνος σχετικισμός και η αντικατάσταση κάθε αξίας με τον σεβασμό του «άλλου». Ο,τι θύμιζε παρελθόν γεννούσε ενοχές. Η Ελλάδα, η Ρώμη και η Ιερουσαλήμ δεν ήταν οι πρέπουσες αναφορές στο περιβάλλον της πολιτικής ορθότητας. Στη δεκαετία του πενήντα, ο Καμύ αναζητούσε την επικαιρότητα της τραγικής σκέψης. Σήμερα, η μεγάλη πνευματική συζήτηση γίνεται γύρω από τους γάμους των ομοφυλοφίλων.
Η κλασική παιδεία δεν συμμετείχε στην οικοδόμηση της Ενωμένης Ευρώπης. Οπως δεν συμμετείχε ούτε ο χριστιανισμός ούτε και η μεγάλη ιουδαϊκή παράδοση. Οι ελίτ και η γραφειοκρατία των Βρυξελλών ήταν τόσο απορροφημένες με την παραγωγή προδιαγραφών και κανόνων για την αλιεία της ρέγγας, ώστε να μην έχουν καιρό να ασχοληθούν με την τύχη του Πλάτωνα, του Δάντη ή του Κάφκα. Ξεχνώντας πως χωρίς αυτούς η ίδια η σημασία της λέξης Ευρώπη θα ήταν απλώς τεχνική. Απ’ την άλλη, η προοδευτική διανόηση ήταν τόσο θαμπωμένη από την προοπτική της πολυπολιτισμικής κοινωνίας και της ισοτιμίας της θρησκευτικής μουσικής του Μαλί με την Ενάτη του Μπετόβεν, ώστε να καταδικάζει ως αντιδραστική κάθε προσπάθεια υπενθύμισης του κλασικού και «αλαζονικού» ευρωπαϊκού παρελθόντος. Ακόμη και σε μια χώρα όπως η δική μας, για την οποία η σύνδεση με τον αρχαίο πολιτισμό είναι σχεδόν υπαρξιακό ζήτημα, οι «προοδευτικοί» φιλόλογοι απαιτούσαν την κατάργηση της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών στη μέση εκπαίδευση.
Το 2005 οι υπουργοί Εξωτερικών διέγραψαν από το προσχέδιο του ευρωπαϊκού συντάγματος την αναφορά στον Θουκυδίδη στο προοίμιο και οποιαδήποτε αναφορά στον χριστιανισμό από το ίδιο το κείμενο. Οι σημερινές ευρωπαϊκές δημοκρατίες, απεφάνθησαν, δεν έχουν σχέση με τη δουλοκτητική και σεξιστική δημοκρατία του Περικλή, και με τόσους μουσουλμάνους στο ευρωπαϊκό έδαφος θα ήταν τουλάχιστον άκομψο να αναφερθούν στις χριστιανικές καταβολές της μεγάλης ένωσης. Ακόμη και αν το σχέδιο συντάγματος εγκαταλείφθηκε και κανείς δεν το θυμάται πια, οι αρχές του εδραιώθηκαν. Και όσοι σήμερα αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν η Ευρώπη, το πιο φιλόδοξο μεταπολεμικό πολιτικό εγχείρημα, να στηρίζεται μόνον στις οικονομικές ισορροπίες των μελών της, δεν σκέφτονται ότι αυτή είναι η φυσιολογική κατάληξη της εγκατάλειψης κάθε πολιτισμικής προοπτικής από την οικοδόμησή της.
Ο Μονέ είχε πει ότι, αν ήταν να ξαναρχίσει το εγχείρημα, δεν θα ξεκινούσε από τον άνθρακα και τον χάλυβα, αλλά από τον πολιτισμό. Παραγνωρίζοντας τις αντιστάσεις που θα προέβαλλαν οι «προοδευτικές» ελίτ οι οποίες, εδώ και μισόν αιώνα προσπαθούν να αποδομήσουν τον καμβά της ευρωπαϊκής παράδοσης. Οι ίδιες ελίτ οι οποίες σήμερα διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους στο όνομα της αλληλεγγύης. Οι ίδιες ελίτ οι οποίες καταδικάζουν τον οικονομικό φιλελευθερισμό, ομνύουν όμως στο όνομα του πολιτισμικού φιλελευθερισμού.
Σε πείσμα της Αριστεράς που φωνάζει, μάλλον από συνήθεια, για την Ευρώπη των λαών, η μεγάλη ένωση θα μπορέσει να ξεπεράσει την πρώτη μεγάλη υπαρξιακή κρίση της ιστορίας της μόνον αν αλλάξουν νοοτροπία οι ελίτ της. Και επειδή η αλληλεγγύη στηρίζεται στο αίσθημα της κοινότητας, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό, για πολλούς αιώνες, οικοδομήθηκε πάνω στην παραδοχή ότι για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό η γλώσσα της αναφοράς υπήρξε πάντα ο ελληνορωμαϊκός κόσμος.

kathimerini.gr - Οι ενοχές των ελίτ

Κυριακή 24 Μαρτίου 2013

Απειλείται με λιθοβολισμό Τυνήσια Femen


Femen από ολόκληρο τον πλανήτη διαμαρτύρονται για την "επικύρηξη" της Amina από τον ιμάμη και πολιτικό Adel Almi. Η Amina είναι 19 ετών και μέλος των Femen. Πόσταρε στο facebook των Femen γυμνόστηθες φωτογραφίες, που στο σώμα της έχει γράψει με μαρκαδόρο "το σώμα μου ανήκει σε μένα, δεν είναι η πηγή της τιμής κανενός" ενώ σε άλλη φωτό γράφει: "fuck your morals". 
Απειλείται με λιθοβολισμό Τυνήσια Femen | www.athensvoice.gr

Ποιος κοροϊδεύει, ποιον;


Μετά και τη νέα κρίση με τους εκπροσώπους των δανειστών μας, γίνεται όλο και περισσότερο σαφές ότι το πρόβλημα της Ελλάδας είναι πρωτίστως πολιτικό, με την έννοια ότι, στο σύνολό της, η πολιτική ηγεσία δεν είναι διατεθειμένη να αναλάβει την ευθύνη που συνεπάγεται η λήψη μέτρων που να δείχνουν ότι υπάρχει έστω η διάθεση να οικοδομηθεί ένα διαφορετικό δημόσιο, από αυτό που οδήγησε στην κρίση.
Πώς αλλιώς να εξηγηθεί ότι επί τρία χρόνια, τρεις κυβερνήσεις -και μάλιστα η τελευταία, που διαθέτει άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και στηρίζεται σε τρία διαφορετικά κόμματα- όχι μόνο δεν έχουν υλοποιήσει δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει έναντι των δανειστών μας, αλλά διατηρούν ανέπαφο αυτό το υπερτροφικό αναποτελεσματικό δημόσιο, που παράγει ελλείμματα και διαφθορά.
Και για όσους δυσπιστούν, ή θεωρούν υπερβολική την εκτίμηση ότι δεν υπάρχει η πολιτική βούληση για μια αποφασιστική παρέμβαση για την αντιμετώπιση κραυγαλέων παρανομιών και την ανατροπή παγιωμένων αντιλήψεων, πρακτικών, λειτουργιών και συμπεριφορών σε όλη την έκταση του δημοσίου, αρκεί να διαβάσει κανείς τον πίνακα που πριν από  δέκα ημέρες δημοσίευσε το Κυριακάτικο Έθνος, τη «Λίστα της Ντροπής», όπως εύστοχα την αποκάλεσε, όπου περιγράφονται αναλυτικά οι περιπτώσεις 1.301 υπαλλήλων, που είναι αντιμέτωποι με ποινικές διώξεις για 2012 αδικήματα, που διαπράχθηκαν την πενταετία 2007 – 2012 και οι οποίοι παραμένουν στις θέσεις τους, καθώς δεν έχουν τεθεί σε λειτουργία οι διαδικασίες για να τεθούν σε αργία!
  • Και μιλάμε για περιπτώσεις που αφορούν από απάτη, υπεξαίρεση, δωροδοκίες και παράβαση καθήκοντος, μέχρι ανθρωποκτονίες, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, πλαστογραφίες, ληστεία, βιασμό, ασέλγεια σε βάρος ανηλίκων, συμμετοχή σε κυκλώματα παιδικής πορνογραφίαςκατοχή και χρήση ναρκωτικών και πάει λέγοντας…
Μιλάμε κυριολεκτικά για ένα κατάλογο ντροπής, από τον οποίο όμως απουσιάζουν και όλοι εκείνοι που άπλωσαν όλα αυτά τα χρόνια ένα πέπλο κάλυψης και προστασίας, το οποίο επέτρεψε σε όλους αυτούς τους κατ’ ευφημισμόν αποκαλούμενους «επίορκους», να απολαμβάνουν με το αζημίωτο την μονιμότητα που παρέχει αφειδώς το δημόσιο, ακόμη και σε  απατεώνες του κοινού ποινικού δικαίου. Και αυτοί δεν είναι άλλοι από τους προϊσταμένους των υπηρεσιών που δεν άσκησαν ποτέ, κανέναν έλεγχο, τους συνδικαλιστικούςεκπροσώπους τους που έθαβαν στα πειθαρχικά συμβούλια τις υποθέσεις, τουςδικαστικούς που αρνούνται να μετάσχουν στα νέα πειθαρχικά συμβούλια, μέχρι βέβαια και τους υπουργούς που και παρενέβαιναν άμεσα για «να σώσουν» τους πελάτες – ψηφοφόρους τους, αλλά και έκαναν τα στραβά μάτια, μη ελέγχοντας τη λειτουργία των οργάνων που υποτίθεται ότι ήταν υπό την εποπτεία τους, διασφαλίζοντας έτσι ασυλία στη δράση των «επίορκων» - απατεώνων.
Και για να μη μένει καμιά αμφιβολία για τις πολιτικές ευθύνες που υπάρχουν και έχουν επιτρέψει τη διαιώνιση αυτής της εξοργιστικής κατάστασης, που εκτός των άλλων ντροπιάζει και διεθνώς τη χώρα, αρκεί να αναφερθεί ότι εδώ και 11 μήνες από την ψήφιση του νόμου, δεν έχουν συσταθεί ακόμη τα νέα Πειθαρχικά Συμβούλια, που υποτίθεται ότι θα επιλαμβάνονταν των υποθέσεων που εκκρεμούν, αλλά και θα έδιναν έναν ταχύτερο ρυθμό στις πειθαρχικές διαδικασίες.
Από τη μια η συνδικαλιστική ηγεσία, η ΑΔΕΔΥ, που αντιδρούσε στην ψήφιση ενός αυστηρότερου πειθαρχικού δικαίου – αλλά ανεχόταν και κάλυπτε όλα αυτά τα χρόνια το όργιο διαφθοράς και ανομίας στο δημόσιο – από την άλλη η άρνηση των Δικαστών να μετάσχουν στα νέα Πειθαρχικά Συμβούλια όπως προβλέπει ο νόμος – με άλλα λόγια, η άρνησή τους να εφαρμόσουν το νόμο! – και στη μέση, η αδυναμία της πολιτικής ηγεσίας να προχωρήσει άμεσα στη συγκρότηση των Πειθαρχικών Συμβουλίων και να παραπέμψει «για τα περαιτέρω» όσους αντιδρούσαν, ή αρνούνταν να μετάσχουν σ’ αυτά, είναι που οδήγησαν στη διαιώνιση της διάλυσης που χαρακτηρίζει σήμερα ολόκληρο το δημόσιο χώρο.
Και για ποιο αίσθημα δικαιοσύνης να μιλήσει κανείς, όταν διαπιστώνει ότι πλάι σε υπαλλήλους που εργάζονται πιστοί στο καθήκον τους, παραμένουν ανέγγιχτοι και επιβραβεύονται μάλιστα οικονομικά και όλοι εκείνοι που ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την ανομία που επικράτησε στο δημόσιο…  Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περιβόητη υπόθεση των υπαλλήλων που είχαν οργανώσει το κύκλωμα της απάτης στο ΙΚΑ Καλλιθέας, αποκομίζοντας δεκάδες εκατομμύρια και οι οποίες εξακολουθούν να απολαμβάνουν το μισθό τους με τις ευλογίες όλων!
Πώς και γιατί;
Ιδού τι είπε μόλις πρόσφατα η Διοίκηση του ΙΚΑ:
-         Χρειάστηκαν επτά μήνες για να συνταχθεί η έκθεση των 1.200 σελίδων.
-         Πενήντα ημέρες για να επιδοθεί η έκθεση ελέγχου στους κατηγορούμενους υπαλλήλους.
-         Δύο μήνες για να εξετασθούν οι υποβληθείσες εντός πενθημέρου απολογίες τους!
Τώρα, όμως – το «τώρα», 11 μήνες μετά και αφού βέβαια είδε η υπόθεση το φως της δημοσιότητας – λέει η Διοίκηση του ΙΚΑ, «χωρίς καμία χρονική καθυστέρηση (!!!) η σχετική υπόθεση εισάγεται για συζήτηση και απόφαση στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο εντός των προσεχών ημερών»!...
Και καλά, η Διοίκηση του ΙΚΑ χρειάστηκε 11 μήνες για όλη αυτή τη χαρτούρα, για να παραπέμψει «χωρίς καμία χρονική καθυστέρηση» την υπόθεση στο υπηρεσιακό συμβούλιο. Ο υπουργός που εποπτεύει τον Οργανισμό, ρώτησε, ζήτησε να μάθει τι γίνεται με αυτή την υπόθεση; Όχι, βέβαια. Περίμενε να το διαβάσει στις εφημερίδες. Όπως και ο άλλος συνάδελφός του, που πληροφορήθηκε από τις εφημερίδες ότι ο δολοφόνος του Γρηγορόπουλου, πρώην αστυνομικός, καταδικασμένος σε ισόβια, λαμβάνει στις φυλακές το ένα τρίτο του μισθού του! Όπως κι ένας ακόμη υπουργός, που πληροφορήθηκε μόλις πριν από λίγες ημέρες ότι δύο πρώην δημοτικοί υπάλληλοι, καταδικασμένοι, ο ένας σε ισόβια και ο άλλος σε κάθειρξη 17 χρόνων, γιατί δολοφόνησαν το Δήμαρχο Παγγαίου, εξακολουθούν να λαμβάνουν στις φυλακές όπου βρίσκονται το μισό μισθό τους!!!
Και υπάρχουν ακόμη 1.298 τέτοιες περιπτώσεις…
Και η κυβέρνηση τώρα μόλις ενημερώνεται…
Και ο πρωθυπουργός συναντιέται στο γραφείο του με την τρόικα (αν είναι δυνατόν…) για να τους δώσει κάτι «ασκήσεις επί χάρτου» που του έδωσε ο αρμόδιος υπουργός για τη δημόσια διοίκηση, τις οποίες, βέβαια, δεν αποδέχτηκαν οι κακοί της τρόικας, που αποχώρησαν περιμένοντας να προχωρήσουμε επιτέλους στην υλοποίηση όσων αποδεχτήκαμε ως δεσμεύσεις, για να πάρουμε την περιβόητη «δόση μαμούθ»…
Και τώρα τρέχουμε. Ξανά σύσκεψη του πρωθυπουργού με τον αρμόδιο υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης, για να ξαναδούμε τις «ασκήσεις επί χάρτου» και ξανά σύσκεψη των τριών αρχηγών… Για να δουν τι; Πώς θα ξεγελάσουν τους δανειστές για να μας αποδεσμεύσουν τη δόση του Μαρτίου, με κάποιες νέες «ασκήσεις επί χάρτου» που θα τους δώσουμε; Αφού οι άνθρωποι -και οι τρεις αρχηγοί, του πρωθυπουργού περιλαμβανομένου- το έχουν δηλώσει και μάλιστα ως «κόκκινη γραμμή»: Όχι απολύσεις στο Δημόσιο!
Ποιος κοροϊδεύει, ποιον, λοιπόν;
Πάντως, όχι οι «τροϊκανοί», που αυτοί κι αν το έχουν δηλώσει ξεκάθαρα:
-         Δεν «κόβετε» το Δημόσιο; Θα κόβουμε μισθούς και συντάξεις και θα βάζουμε εισφορές…


ολόκληρο το άρθρο εδώ Ποιος κοροϊδεύει, ποιον; | Μεταρρύθμιση