Δευτέρα 18 Απριλίου 2016

Πώς πιάνεται η αγάπη - Δημοτικό

Ἐβγᾶτε ἀγόρια στὸ χορό, κοράσια στὰ τραγούδια,
Πέστε καὶ τραγουδήσετε πὼς πιάνεται ἡ ἀγάπη:
- Ἀπὸ τὰ μάτια πιάνεται, στὰ χείλια κατεβαίνει,
Κι ἀπὸ τὰ χείλια στὴν καρδιὰ ριζώνει καὶ δὲ βγαίνει.

Δὲν εἰν᾿ ὁ ἔρωτας ἀνθός, μαζί του γιὰ νὰ παίξεις
Μόν᾿ εἶναι βάτος μ᾿ ἀγκαθιὲς κι ἀλίμονό σου ἂν μπλέξεις.

Ἡ ἀγάπη θέλει φρόνηση, θέλει ταπεινοσύνη,
Θέλει λαγοῦ περπατησιά, ἀϊτοῦ γληγοροσύνη.

Μάτια μὲ μάτια βλέπονται κι ἀχείλι δὲ φιλιέται,
Κορμὶ δὲν ἀγκαλιάζεται, ἀγάπη δὲ λογιέται.

Ἡ ἀγάπη βράχους κατελεῖ καὶ τὰ θεριὰ μερώνει,
Κι ἐγὼ τὴν ἔχω στὴν καρδιά, γι᾿ αὐτὸ μὲ θανατώνει.

Ὁ ἔρωτας ἀνυφαντὴς μὲ πανουργιὰ ἐγίνη,
Ἀράχνη ἔστησε ψηλὰ καὶ πιάστηκα σ᾿ ἐκείνη.
Καὶ γιὰ νὰ φύγω δὲν μπορῶ, μὲ τὰ φτερὰ μὲ σῴνει,
Αὐτὸς ζυγώνει ἀπὸ κοντὰ κι ἀπὸ μακριὰ σκοτώνει.

Δὲν εἶναι πόνος νὰ πονεῖ, πόνος νὰ θανατώνει,
Σὰν τὴν ἀγάπη τὴν κρυφή, ποὺ δὲν ξεφανερώνει.

Δίχως χιονιὰ χιονίζουμαι, δίχως βροχὲς βροχιοῦμαι,
Δίχως μαχαίρια σφάζουμαι, ὄντας σὲ συλλογιοῦμαι.

Τῆς θάλασσας τὰ κύματα τρέχω καὶ δὲν τρομάζω,
Κι ὅταν σὲ συλλογίζομαι τρέμω κι ἀναστενάζω.

Στάλα στάλα τὸ νερὸ τρυπάει τὸ λιθάρι,
Κι ἡ κόρη μὲ τὰ νάζια της σφάζει τὸ παλικάρι.

Τί νὰ σοῦ πῶ; Τί νὰ μοῦ πεῖς; Ἐσὺ καλὰ γνωρίζεις,
Καὶ τὴν ψυχή μ᾿ καὶ τὴν καρδιά μ᾿ ἐσὺ μὲ τὴν ὁρίζεις.

Μὰ σύ ῾σαι μιὰ βασίλισσα, π᾿ ὅλο τὸν κόσμο ὁρίζεις,
Σὰ θέλεις παίρνεις τὴ ζωή, σὰ θέλεις τὴ χαρίζεις.

Μελαχρινό μου πρόσωπο, μὴ βάνεις κοκκινάδι,
Κι ἀποθαμένους καὶ νεκρούς, τοὺς βγάζεις ἀπ᾿ τὸν Ἅδη.

Σένα σου πρέπει, μάτια μου, βασίλισσα νὰ γίνεις,
Καὶ στὸ θρονὶ νὰ κάθεσαι, τὶς ὄμορφες νὰ κρίνεις.

Νά ῾χεν ἡ γῆς πατήματα κι ὁ οὐρανὸς κερκέλια,
Νὰ πάθιουν τὰ πατήματα, νά ῾πιανα τὰ κερκέλια.
Ν᾿ ἀνέβαινα στὸν οὐρανό, νὰ διπλωθῶ νὰ κάτσω·
Νὰ δώσω σεῖσμα τ᾿ οὐρανοῦ, νὰ βγάλει μαῦρα νέφη.
Νὰ βρέξει χιόνι καὶ νερὸ κι ἀτίμητο χρυσάφι,
Τὸ χιόνι νὰ ρίξει στὰ βουνὰ καὶ τὸ νερὸ στοὺς κάμπους.
Στὴν πόρτα τῆς πολυαγαπῶς τ᾿ ἀτίμητο χρυσάφι.

Νά ῾σουν στὸν κάμπο λεϊμονιὰ κι ἐγὼ στὰ ὄρη χιόνι,
Νὰ λιώνω νὰ ποτίζονται οἱ δροσεροί σου κλῶνοι.

Νά ῾χα τὸ σύννεφο ἄλογο καὶ τ᾿ ἄστρι χαλινάρι,
Τὸ φεγγαράκι τῆς αὐγῆς νὰ ῾ρχόμουν κάθε βράδυ.

Τὰ χείλη σου εἶναι ζάχαρη, τὸ μάγουλό σου μῆλο,
Τὰ στήθη σου παράδεισος καὶ τὸ κορμί σου κρίνο.
Νὰ φίλουνα τὴ ζάχαρη, νὰ δάγκανα τὸ μῆλο,
Ν᾿ ἄνοιγεν ὁ παράδεισος, ν᾿ ἀγκάλιαζα τὸν κρίνο.

Νά ῾ταν τὰ στήθια μου ἀνοιχτά, νὰ δεῖς τὰ σωθικά μου,
Πῶς φυτρωμένη εὑρίσκεσαι μέσα εἰς τὴν καρδιά μου.

Καθημερνέ μου λογισμὲ καὶ νυκτική μου ἐλπίδα,
Νὰ μ᾿ εἶχε πάρει ὁ θάνατος τὴν ὥρα ποὺ σὲ εἶδα.

Ἂν μ᾿ ἀγαπᾷς κι εἶν᾿ ὄνειρο, ποτὲ νὰ μὴν ξυπνήσω,
Γιατὶ μὲ τὴν ἀγάπη σου ποθῶ νὰ ξεψυχήσω.

Δὲν θέλω ἐγὼ παράδεισο, μήτ᾿ ἐκκλησιὰ ν᾿ ἁγιάσω,
Μόν᾿ θέλω τὸ κορμάκι σου νὰ τὸ σφιχταγκαλιάσω.

Σὰν τί τὸ θέλει ἡ μάνα σου τὴ νύχτα τὸ λυχνάρι,
Ὁπὄχει μὲς στὸ σπίτι της τ᾿ Αὐγούστου τὸ φεγγάρι!

Ἀπ᾿ ὅλα τ᾿ ἄστρα τ᾿ οὐρανοῦ, ἕνα εἶναι ποὺ σοῦ μοιάζει,
Ἕνα ποὺ βγαίνει τὸ πουρνό, ὅταν γλυκοχαράζει.

Κυπαρισσάκι μου ψηλό, ποιὰ βρύση σὲ ποτίζει,
Ποὺ στέκεις πάντα δροσερὸ κι ἀνθεῖς καὶ λουλουδίζεις;

Θαυμάζομαι ὅταν περπατεῖς πὼς δὲν ἀνθοῦν οἱ ροῦγες
Καὶ πὼς δὲ γίνεσαι ἀϊτὸς μὲ τὶς χρυσὲς φτεροῦγες.

Ὅποιος φιλάει τὴν αὐγὴ τὴν ἀγαπητική του,
Παίρνει τοῦ Μάη τὴ δροσιά, τὴ ρίχνει στὸ κορμί του.

Τὰ μαῦρα μάτια τὴν αὐγὴ δὲν πρέπει νὰ κοιμοῦνται,
Μόνο νὰ κανακεύονται καὶ νὰ γλυκοφιλοῦνται.

Τὰ μαῦρα μάτια τὴν αὐγὴ δὲν πρέπει νὰ κοιμοῦνται,
μόν᾿ πρέπει ν᾿ ἀγκαλιάζονται καὶ νὰ γλυκοκοιτιοῦνται.

Τὸ μόνο μου παράπονο εἶναι πὼς δὲ σὲ βλέπω,
καὶ μόνος μου τὸ ἀπορῶ τὸ νοῦ μου πὼς τὸν ἔχω.

Ἥλιέ μου οἱ ἀχτίδες σου, σβήνουν καὶ πάλι ἀνάβουν
καὶ τὰ δικά μου βάσανα καθημερ᾿νῶς δὲν παύουν.

Σοῦ στέλνω χαιρετίσματα, μὲ μῆλο δαγκωμένο,
Κι ἀνάμεσα στὴ δαγκασιά, σοῦ ῾χω φιλὶ βαλμένο.

Κόκκιν᾿ ἀχείλι φίλησα κι ἔβαψε τὸ δικό μου
Καὶ στὸ μαντήλι τό ῾συρα κι ἔβαψε τὸ μαντήλι
Καὶ στὸ ποτάμι τό ῾πλυνα κι ἔβαψε τὸ ποτάμι
Κι ἒβαψ᾿ ἡ ἄκρη τοῦ γιαλοῦ κι ἡ μέση του πελάγου
Κατέβη ὁ ἀϊτὸς νὰ πιεῖ νερὸ κι ἔβαψαν τὰ φτερά του
Κι ἒβαψ᾿ ὃ ἥλιος ὁ μισὸς καὶ τὸ φεγγάρι ἀκέριο.

-Κόρη, ὅταν φιλιόμαστε, νύχτά ῾ταν, ποιὸς μᾶς εἶδε;
-Μᾶς εἶδε τ᾿ ἄστρο τῆς νυχτός, μᾶς εἶδε τὸ φεγγάρι
Καὶ τὸ φεγγάρι ἔσκυψε, τῆς θάλασσας τὸ λέει·
Θάλασσα τό ῾πὲ τοῦ κουπιοῦ καὶ τὸ κουπὶ τοῦ ναύτη
Κι ὁ ναύτης τὸ τραγούδησε στῆς λυγερῆς τὴν πόρτα.

Σὲ φίλησα, σὲ τσίμπησα, σοῦ πῆρα τὶς γλυκάδες,
Κι ἂν σὲ φιλήσει ἄλλος κανείς, δὲν ἔχεις νοστιμάδες.

Ἐμίσεψες καὶ μ᾿ ἄφησες σὰν παραπονεμένο,
Σὰν ἐκκλησιὰ ἀλειτούργητη σὲ τόπο κουρσεμένο.

Ἡ ἀγάπη σου εἶναι ψεύτικη, σὰν τοῦ Μαγιοῦ τὸ χιόνι,
Ὁποῦ τὸ ρίχνει ἀποβραδὶς καὶ τὸ πρωὶ τὸ λιώνει.

Ἐγώ ῾λεγα, βρυσούλα μου, πὼς τρέχεις γιὰ τ᾿ ἐμένα,
Μὰ σύ ῾τρεχες καὶ πότιζες ὅλα τὰ διψασμένα.

Μηλιὰ ποὺ σὲ καμάρωνα καθημερνὴ καὶ σκόλη
Τώρα ἔπλεξες τὰ κλώνια σου σὲ ξένο περιβόλι

Θὰ βάλω μία ψιλὴ φωνή, τὴ γῆς γιὰ νὰ τρυπήσω
Νὰ βγάλω τὴν ἀγάπη μου, νὰ τὴ γλυκοφιλήσω.

Κυριακή 10 Απριλίου 2016

εβδομάς ερημία ή το πορφυρούν πανί

Ο Πειραιώτης που χαίρεται να ακούει τόσα πολλά ελληνικά στην παραλία,
που είναι Πορφύρας, Εθνικός και παλαιότερος του Ολυμπιακού,
που τον ενοχλεί η ομπρέλα και δεν έχει πού να κάτσει,
που έχει στην κνήμη του για τατουάζ έναν μαίανδρο-σβάστικα,
που έχει πολλά λεφτά και ένα κινητό-ρολόι.

Ο Καλλιπολίτης του '64, που κάνει respect στη γυναίκα του '59,
που εξανίσταται με τη φιλόλογο που δεν αντέδρασε στις ινδοευρωπαϊκές θεωρίες του Μπαμπινιώτη,
που ξεχωρίζει τους γνήσιους Έλληνες από τα δάχτυλα των ποδιών,
που έχει τον μέγιστο "Δαυλό" στο προσκεφάλι του και που οι άλλοι τον νομίζουν χρυσαυγίτη,
που υποκλίνεται στον Ερμή τον τρισμέγιστο,
που ξέρει πως το Σουέζ είναι το Ζευς από την ανάποδη.

Ο ανάδελφος, που έχει μοναδικό φίλο τον δεκατετράχρονο γιο του,
που έχει συναισθηματική νοημοσύνη στους πέντε-έξι καλύτερους του κόσμου,
που έχει IQ 110 και που γι' αυτό τον "καίει" το μυαλό του,
που κάνει έρωτα πνευματικά με την ωραιότερη γυναίκα της παραλίας,
που απεχθάνεται την γκόμενα που του έδειξε μπούτι και όχι πνεύμα,
που βλέπει ένα πορφυρούν πανί όπου οι άλλοι βλέπουν το γκρενά.

Και
που οι άλλοι ενοχλήθηκαν που μονοπώλησε το ενδιαφέρον ενός μέλους της "παρέας"
και που άρχισε τα φιλολογικά με τη συνάδελφό του!
















Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

Ξανθός Απρίλης - Ζακυνθινές Καντάδες

Ένας ευαίσθητος Απρίλης-Παντελής Θαλασσινός

Πρωταπριλιά!

Η βόλτα δεν είναι ψεύτικη!
Χιλιάδες φωτάκια, σύννεφα, θάλασσα, Απρίλης, μυρωδιές, άνοιξη!
Το σκοτάδι που αναδεικνύει το φως!

Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Αμ(ε)ίλιχος Ποταμός

(3) ἐπέδειξε δὲ ἐπὶ πολλῶν τε δὴ ἄλλων καὶ ἐν τοῖς Μελανίππου παθήμασιν, ὡς μέτεστιν ἔρωτι καὶ ἀνθρώπων συγχέαι νόμιμα καὶ ἀνατρέψαι θεῶν τιμάς, ὅπου καὶ τότε ἐν τῷ τῆς Ἀρτέμιδος ἱερῷ Κομαιθὼ καὶ Μελάνιππος {καὶ} ἐξέπλησαν τοῦ ἔρωτος τὴν ὁρμήν. καὶ οἱ μὲν ἔμελλον τῷ ἱερῷ καὶ ἐς τὸ ἔπειτα ἴσα καὶ θαλάμῳ χρήσεσθαι· τοὺς δὲ ἀνθρώπους αὐτίκα ἐξ Ἀρτέμιδος μήνιμα ἔφθειρε, τῆς τε γῆς καρπὸν οὐδένα ἀποδιδούσης καὶ νόσοι σφίσιν οὐ κατὰ τὰ εἰωθότα καὶ ἀπ´ αὐτῶν θάνατοι πλείονες ἢ τὰ πρότερα ἐγίνοντο. (4) καταφυγόντων δὲ αὐτῶν ἐπὶ χρηστήριον τὸ ἐν Δελφοῖς, ἤλεγχεν ἡ Πυθία Μελάνιππον καὶ Κομαιθώ· καὶ ἐκείνους τε αὐτοὺς μάντευμα ἀφίκετο θῦσαι τῇ Ἀρτέμιδι καὶ ἀνὰ πᾶν ἔτος παρθένον καὶ παῖδα οἳ τὸ εἶδος εἶεν κάλλιστοι τῇ θεῷ θύειν. ταύτης μὲν δὴ τῆς θυσίας ἕνεκα ὁ ποταμὸς ὁ πρὸς τῷ ἱερῷ τῆς Τρικλαρίας Ἀμείλιχος ἐκλήθη· τέως δὲ ὄνομα εἶχεν οὐδέν. (5) παίδων δὲ καὶ παρθένων ὁπόσοι μὲν ἐς τὴν θεὸν οὐδὲν εἰργασμένοι Μελανίππου καὶ Κομαιθοῦς ἕνεκα ἀπώλλυντο, αὐτοί τε οἰκτρότατα καὶ οἱ προσήκοντές σφισιν ἔπασχον, Μελάνιππον δὲ καὶ Κομαιθὼ συμφορᾶς ἐκτὸς γενέσθαι τίθεμαι· μόνον γὰρ δὴ ἀνθρώπῳ ψυχῆς ἐστιν ἀντάξιον κατορθῶσαί τινα ἐρασθέντα. (6) παύσασθαι δὲ οὕτω λέγονται θύοντες τῇ Ἀρτέμιδι ἀνθρώπους.
Παυσανία Αχαϊκά


Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Μου 'ταξες ταξίδι να με πας - Δήμητρα Γαλάνη

Άνοιξη

Η άνοιξη αυτή μας βρήκε όλους απροετοίμαστους
κι ανόρεξους ή αδιάφορους –
απροετοίμαστη κι η άνοιξη, σε κάθε της βήμα κοντοστέκεται
σαστίζει και σωπαίνει κάτω απ’ τα λίγα της δέντρα– δε ρωτάει.

Το φως επιστρέφει
απ’ το περσινό καλοκαίρι κατάκοπο κι αφηρημένο, απόμακρο,
παραξενεμένο απ’ την καινούρια του νεότητα...

Γ. Ρίτσος, «Οδηγός ασανσέρ»

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Στις Γυναίκες !!! Στη Ζωή!!! Στο Όνειρο!!!

Δυο αποσπάσματα - ύμνοι για την παγκόσμια ημέρα της ΓΥΝΑΙΚΑΣ. 
Στο πρώτο, από την τραγωδία του Χαιρήμονα (ενός από τους επιφανέστερους τραγικούς του 4ου αι π.Χ.) Οινεύς, ο επώνυμος ήρωας περιγράφει μια ομάδα νεαρών γυναικών που κοιμούνταν τη νύχτα στο ύπαιθρο, εξουθενωμένες από τον χορό που προηγήθηκε.
Στο δεύτερο, από το διήγημα του Παπαδιαμάντη Όνειρο στο κύμα, ο αφηγητής περιγράφει το ...όνειρο της ζωής του, τη "μια στιγμή για πάντα".

Και στα δύο αποσπάσματα κυριαρχούν η νύχτα, η σελήνη, η νεότητα, η γυναικεία ομορφιά!!!

ΧΑΙΡΗΜΩΝ, ΟΙΝΕΥΣ (απόσπασμα 14)
ἔκειτο δ᾽ ἡ μὲν λευκὸν εἰς σεληνόφως
φαίνουσα μαστὸν λελυμένης ἐπωμίδος,
τῆς δ᾽ αὖ χορεία λαγόνα τὴν ἀριστερὰν
ἔλυσε· γυμνὴ δ᾽ αἰθέρος θεάμασιν
5ζῶσαν γραφὴν ἔφαινε, χρῶμα δ᾽ ὄμμασιν
λευκὸν μελαίνης ἔργον ἀντηύγει σκιᾶς.
ἄλλη δ᾽ ἐγύμνου καλλίχειρας ὠλένας,
ἄλλης προσαμπέχουσα θῆλυν αὐχένα.
ἡ δὲ ῥαγέντων χλανιδίων ὑπὸ πτυχαῖς
10ἔφαινε μηρόν, κἀξεπεσφραγίζετο
ὥρας γελώσης χωρὶς ἐλπίδων ἔρως.
ὑπνωμέναι δ᾽ ἔπιπτον ἑλενίων ἔπι,
ἴων τε μελανόφυλλα συγκλῶσαι πτερὰ
κρόκον θ᾽, ὃς ἡλιῶδες εἰς ὑφάσματα
15πέπλων σκιᾶς εἴδωλον ἐξωμόργνυτο,
ἕρσῃ δὲ θαλερὸς ἐκτραφεὶς ἀμάρακος
λειμῶσι μαλακοὺς ἐξέτεινεν αὐχένας.

***
Η μια, ξαπλωμένη στο χώμα,
με το χιτώνα λυμένο στον ώμο,
άφηνε να φανεί το στήθος της στο χλομό φως του φεγγαριού.
Της άλλης ο χορός της ελευθέρωσε την αριστερή λαγόνα·
γυμνή φανέρωνε στα βλέμματα του αιθέρα ζωντανή ζωγραφιά5
και η λευκή χροιά του δέρματός της έλαμπε μέσα στα μάτια,
έργο της μαύρης σκιάς.
Άλλη εγύμνωνε τους ωραίους βραχίονες,
αγκαλιάζοντας τον τρυφερό λαιμό μιας άλλης.
Εκείνη, ανάμεσα στις πτυχές του σχισμένου χιτώνα,10
άφηνε να φανεί ο μηρός
και γι᾽ αυτή τη γελαστή νιότη
χαραζόταν βαθιά ο έρωτας ο χωρίς ελπίδα.
Δαμασμένες από τον ύπνο έπεφταν πάνω σε άγριους βασιλικούς,
τσακίζοντας τα μαύρα πέταλα των μενεξέδων
και τον κρόκο, που αποτύπωνε πάνω στους πέπλους
εικόνα όμοια με του ήλιου·15
και η θαλερή ματζουράνα που την έθρεψε η δροσιά
άπλωνε στο λιβάδι τα τρυφερά βλαστάρια της.

(μετάφραση Θ. Κ. Στεφανόπουλος)



Παπαδιαμάντη, Όνειρο στο κύμα
Την ανεγνώρισα πάραυτα εις το φως της σελήνης το μελιχρόν, το περιαργυρούν όλην την άπειρον οθόνην του γαληνιώντος πελάγους, και κάμνον να χορεύουν φωσφορίζοντα τα κύματα. Είχε βυθισθή άπαξ καθώς ερρίφθη εις την θάλασσαν, είχε βρέξει την κόμην της, από τους βοστρύχους της οποίας ως ποταμός από μαργαρίτας έρρεε το νερόν, και είχεν αναδύσει· [...] Ήτον απόλαυσις, όνειρον, θαύμα. Είχεν απομακρυνθή ως πέντε οργυιάς από το άντρον, και έπλεε, κ' έβλεπε τώρα προς ανατολάς, στρέφουσα τα νώτα προς το μέρος μου. Έβλεπα την αμαυράν και όμως χρυσίζουσαν αμυδρώς κόμην της, τον τράχηλόν της τον εύγραμμον, τας λεύκας ως γάλα ωμοπλάτας, τους βραχίονας τους τορνευτούς, όλα συγχεόμενα, μελιχρά και ονειρώδη εις το φέγγος της σελήνης. Διέβλεπα την οσφύν της την ευλύγιστον, τα ισχία της, τας κνήμας, τους πόδας της, μεταξύ σκιάς και φωτός, βαπτιζόμενα εις το κύμα. Εμάντευα το στέρνον της, τους κόλπους της, γλαφυρούς, προέχοντας, δεχομένους όλας της αύρας τας ριπάς και της θαλάσσης το θείον άρωμα. Ήτο πνοή, ίνδαλμα αφάνταστον, όνειρον επιπλέον εις το κύμα· ήτον νηρηίς, σειρήν, πλέουσα, ως πλέει ναυς μαγική, η ναυς των ονείρων...[...]
Επί πόσον ακόμη θα το ενθυμούμαι εκείνο το αβρόν, το απαλόν σώμα της αγνής κόρης, το οποίον ησθάνθην ποτέ επάνω μου επ' ολίγα λεπτά της άλλως ανωφελούς ζωής μου! Ήτο όνειρον, πλάνη, γοητεία. Και οπόσον διέφερεν από όλας τας ιδιοτελείς περιπτύξεις, από όλας τας λυκοφιλίας και τους κυνέρωτας του κόσμου η εκλεκτή, η αιθέριος εκείνη επαφή! Δεν ήτο βάρος εκείνο, το φορτίον το ευάγκαλον, αλλ' ήτο ανακούφισις και αναψυχή. Ποτέ δεν ησθάνθην τον εαυτόν μου ελαφρότερον ή εφ' όσον εβάσταζον το βάρος εκείνο... Ήμην ο άνθρωπος, όστις κατώρθωσε να συλλάβη με τας χείρας του προς στιγμήν εν όνειρον, το ίδιον όνειρον του...

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2016

Ελένη Καραΐνδρου ~ Το Tραγούδι Tης Λίμνης [Ο Γλάρος]

Τσανακλίδου Τάνια - Μαμά γερνάω

Ἔρος λυσιμέλης, γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον


Ἔρος δ᾽ ἐτίναξέ μοι
φρένας, ὠς ἄνεμος κὰτ ὄρος δρύσιν ἐμπέτων.

ἦλθες, κάλ' ἐπόησας, ἔγω δέ σ᾿ ἐμαιόμαν,
ὂν δ᾿ ἔφλυξας ἔμαν φρένα καιομέναν πόθωι




Ἔρος δηὖτέ μ᾽ ὀ λυσιμέλης δόνει
γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον.

Ἐγὼ δὲ φίλημ' ἀβροσύναν, καί μοι τὸ λάμπρον
ἔρος ἀελίω καὶ τὸ κάλον λέλογχεν.

Πάντα η Σαπφώ, ξανά και ξανά, με δυναστεύει από τότε που την ...πρόδωσα, μαζί με τον δάσκαλό μου!

Ο ΕΡΩΤΑΣ, ισχυρός, ορμητικός, βίαιος, όπως ο άνεμος που χτυπάει τα δέντρα.
ο ΕΡΩΤΑΣ, η ομορφιά, ο πόθος, η τρέλα.
Ο ΕΡΩΤΑΣ, ο λυσιμελής, όπως ο οίνος, ο ύπνος και ο θάνατος.
Ο ΕΡΩΤΑΣ, το γλυκύπικρο, ακαταμάχητο ερπετό.


  Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ ΕΡΩΤΑΣ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΡΗ
ΤΗ ΛΑΜΨΗ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ, ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΑ,
ΑΥΤΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΚΛΗΡΟΣ ΜΟΥ

Αυτόν τον κλήρο τον μοιράστηκα με τη Σαπφώ!

Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

αἰτία ἑλομένου;

Ἄδρηστος δὲ ὁ Γορδίεω τοῦ Μίδεω, οὗτος δὴ 
ὁ φονεὺς μὲν τοῦ ἑωυτοῦ ἀδελφεοῦ γενόμενος φονεὺς δὲ τοῦ καθήραντος, 
ἐπείτε ἡσυχίη τῶν ἀνθρώπων ἐγένετο περὶ τὸ σῆμα, 
συγγινωσκόμενος ἀνθρώπων εἶναι τῶν αὐτὸς ᾔδεε βαρυσυμφορώτατος, 
ἐπικατασφάζει τῷ τύμβῳ ἑωυτόν.

Το "επιτύμβιο επίγραμμα" της νουβέλας του Αδράστου.
 κάθε λέξη πέφτει σαν μαχαιριά. 
Κι εκείνο το "βαρυσυμφορώτατος", μοναδικό!

«Ἀνάγκης θυγατρὸς κόρης Λαχέσεως λόγος. Ψυχαὶ
ἐφήμεροι, ἀρχὴ ἄλλης περιόδου θνητοῦ γένους θανατηφόρου.
[617e] οὐχ ὑμᾶς δαίμων λήξεται, ἀλλ’ ὑμεῖς δαίμονα αἱρήσεσθε.
πρῶτος δ’ ὁ λαχὼν πρῶτος αἱρείσθω βίον ᾧ συνέσται ἐξ
ἀνάγκης. ἀρετὴ δὲ ἀδέσποτον, ἣν τιμῶν καὶ ἀτιμάζων
πλέον καὶ ἔλαττον αὐτῆς ἕκαστος ἕξει. αἰτία ἑλομένου·
θεὸς ἀναίτιος.»
Πόσο πιο "βαρυσυμφορώτατος" θα ένιωθε 
αν ήξερε το "μέγιστον μάθημα" του Πλάτωνα: 

"αἰτία ἑλομένου"

Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

To τραγούδι της λίμνης - Ο Γλάρος

Στίχοι: Αρλέτα
Μουσική: Ελένη Καραΐνδρου
Ερμηνεία: Τάνια Τσανακλίδου

Μεσ' στο νερό ψάρι χρυσό γλιστράς
κι εγώ ψαράς με δίχτυ αδειανό
Θάλασσα εσύ κι εγώ ο ναυαγός σου
Στην αγκαλιά σου πεθαίνω και ζω

Είσαι νοτιάς κι εγώ πουλί χαμένο
Εκεί που θέλεις με πηγαίνεις, με πετάς
Είσαι βοριάς, παγώνεις τα φτερά μου
Κι ύστερα μ' ένα φιλί ψηλά με πας

Κρατάς εσύ τιμόνι και πανιά
Κι εγώ παιδί χαμένο μοναχό
Μάγισσα εσύ κι εγώ ακόλουθός σου
Χωρίς εσένα δεν ξέρω να ζω

Είσαι νοτιάς κι εγώ πουλί χαμένο
Εκεί που θέλεις με πηγαίνεις, με πετάς
Είσαι βοριάς, παγώνεις τα φτερά μου
Κι ύστερα μ' ένα φιλί ψηλά με πας

Käthe Kollwitz/ Καίτε Κόλβιτς (1867-1945)

Η γερμανίδα χαράκτρια και γλύπτρια Καίτε Κόλλβιτς (1867-1945) υπήρξε αναμφίβολα μια από τις πλέον εμβληματικές φυσιογνωμίες στην Τέχνη του 19ου και του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στα χρόνια της νεοσύστατης αυτοκρατορικής Γερμανίας και πέθανε λίγες ημέρες πριν τη λήξη του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Η διαδοχή των γεγονότων συμβαδίζει με την προσωπική ιστορία της, από την ξέγνοιαστη νιότη ως την σοβαρή ωριμότητα. Έζησε την πορεία της χώρας της από την αθωότητα ως τον παραλογισμό του εθνικοσοσιαλισμού αλλά και τον εξευτελισμό της ανθρώπινης ύπαρξης στους δύο μεγάλους πολέμους. 


Από νωρίς είχε αναπτυχθεί μέσα της μια ισχυρή κοινωνική συνείδηση, η οποία αποτυπώνεται στο έργο της. Πολλές φορές βρέθηκε σε σύγκρουση με το καθεστώς, πιο έντονη όμως ήταν η δική της εσωτερική πάλη, η προσπάθεια να ισορροπήσει ανάμεσα στη χαρά της ζωής και τη φρίκη του θανάτου και του εξευτελισμού. Έχασε τον μικρότερο γιο της Πέτερ στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο και τον εγγονό της -επίσης Πέτερ- στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα έργα της απαγορεύτηκαν από τους Ναζί και η Γκεστάπο την κυνήγησε. Το σπίτι της καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς. Όμως, παρά τη φασματική παρουσία του θανάτου, δεν υπάρχει στα έργα της η ατμόσφαιρα του πανικού και του ιλίγγου που μετατρέπει τον θάνατο σε έμμονη ιδέα. Τουναντίον, η περίπτωσή της είναι τόσο ιδιαίτερη και μας καθηλώνει γιατί μέσα από τη συνάντηση δυο διαφορετικών στυλ και αντιλήψεων (από τη μια το συμβολισμό του 19ου αιώνα και από την άλλη τον εξπρεσιονισμό του 20ού αι.) γεννιέται ένας ρεαλισμός που ποτέ δεν υπερβάλλει ενώ συμμερίζεται την ανθρώπινη κατάσταση. 





Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016

Κοπλιμέντα!

Τελικά, θα αρχίσω να πιστεύω στα ζώδια!

Χτες ένας μαθητής μου (συναντήθηκα με αρκετούς, ήταν η μέρα τους) μου είπε καθώς με είδε: "στις ομορφιές σας είστε κυρία!"
Και σήμερα την ώρα που κολυμπούσα, μια νεαρή γυναίκα, αφού με ρώτησε πόση ώρα κάνω μπάνιο, μου είπε ότι έχω πάρα πολύ ωραίο σώμα!

Απίστευτο, δεν μου συνέβη στα νιάτα μου!
Τι βλέπουν οι άλλοι που εγώ δεν το βλέπω;

Η Ελλάδα πεθαίνει - ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ

Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

ΒΑΜΜΕΝΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΜΑΛΛΙΑ

Ο άκρατος (οίνος) και ο έρωτας

ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΥ

Εἰ μὲν ἑκών, Ἀρχῖν’, ἐπεκώμασα μυρία μέμφου,
εἰ δ’ ἄκων ἥκω τὴν προπέτειαν ἔα.
ἄκρητος καὶ ἔρως μ’ ἠνάγκασαν, ὧν ὁ μὲν αὐτῶν
εἷλκεν, ὁ δ’ οὐκ εἴα τἠν προπέτειαν ἐᾶν•
ἐλθὼν δ’ οὐκ ἐβόησα τίς ἢ τίνος ἀλλ’ ἐφίλησα
τὴν φλιήν. εἰ τοῦτ’ ἐστ’ ἀδίκημ’ ἀδικέω.

Αν βέβαια το'θελα που ήρθα και ξεφάντωσα
στην πόρτα σου, Αρχίνε, κατηγόρησέ με χίλιες φορές
αν όμως ήρθα χωρίς να θέλω, συγχώρεσέ μου το θράσος.
Ο άκρατος και ο έρωτας με ανάγκασαν
ο ένας με τραβούσε, και ο άλλος δεν με άφηνε ν' αφήσω το θράσος.
Όμως και όταν ήρθα, δεν φώναξα ποιος ή τίνος,
φίλησα μονάχα το κατώφλι.
Αν αυτό είναι αδίκημα, αδίκησα. 

(μετάφραση Θ. Κ. Στεφανόπουλος, Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας)


Το μεθύσι του έρωτα! 
Το μεθύσι του οίνου!
Συνταγή επιβίωσης!!! 
(Ιδιαίτερα σε χαλεπούς καιρούς)

Κάποτε στα νιάτα μου, μεθυσμένη από τα νιάτα, τον έρωτα και το κρασί έκανα "καντάδα", περνώντας με ένα μαγνητόφωνο από το σοκάκι που ήταν το σπίτι του πεφιλημένου.
Δεν τόλμησα να πλησιάσω στο κατώφλι, δεν έμεινα πολλή ώρα.
Ίσως δεν ήμουν πολύ μεθυσμένη ή ερωτευμένη.
Δεν έμαθα καν αν το πήρε είδηση.
Ίσως έφταιγε και το τραγούδι

Με τι καρδιά, με τι πνοή, 
τι πόθους και τι πάθος
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.


Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016

Μια στιγμή για πάντα - Το τανγκό των Χριστουγέννων -Γιώργος Νταλάρας

EΘΝΙΚΟΣ ΔΙΧΑΣΜΟΣ



Πολλοί επικαλέστηκαν την "κόπωση" του ελληνικού λαού από τους "συνεχείς πολέμους" ως άλλοθι για το εκλογικό αποτέλεσμα του 1920 (αλλά και για τη μεταγενέστερη ήττα του 1922). Μολονότι αποδεκτή και καθησυχαστική από τη σκοπιά του εθνικισμού, η εικόνα αυτή χρειάζεται να διορθωθεί σε σημαντικό βαθμό. Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι το 1912-13 είχαν διαρκέσει μόλις δέκα μήνες. Άλλους τόσους κράτησε η μάταιη (και αναίμακτη) επιστράτευση το 1915-16. Το 1920 οι Έλληνες απείχαν αρκετά από τη συμπλήρωση της αιματηρότατης εμπόλεμης τετραετίας που υπέστησαν όσοι λαοί συμμετείχαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο από την αρχή, όπως οι Σέρβοι, που είχαν επίσης πολεμήσει στους Βαλκανικούς. Γι' αυτό και δεν έχει ιδιαίτερη βαρύτητα το επιχείρημα (που επικαλέστηκε και ο Βενιζέλος) ότι οι Έλληνες παρέμεναν επιστρατευμένοι, ενώ οι άλλοι λαοί είχαν προ πολλού αποστρατευθεί.
Όπως φάνηκε το 1920, το μεγάλωμα της Ελλάδας δεν ενδιέφερε εκείνους που είχαν εξαναγκαστεί να πληρώσουν το κόστος -αρχικά από ξένες λόγχες. Τους ενδιέφερε μόνο η απαλλαγή από τη Βενιζελική "τυραννία". Αυτό έδειξε αμέσως και με τον πιο ωμό τρόπο η δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου στο Παρίσι από δύο Κωνσταντινικούς απότακτους αξιωματικούς, στις 30 Ιουλίου 1920, δύο μόλις μέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών. Η μεταγενέστερη επιβράβευσή τους από τη βασιλική οικογένεια και το Λαϊκό Κόμμα επιβεβαίωσε όχι μόνο την προέλευση του εγχειρήματος, αλλά και τη γενικότερη έγκρισή του από τους ομοϊδεάτες τους. (σελ. 130)

"Δεν κακίζω το λαό, του ζήτησα θυσίες μεγαλύτερες από τις δυνάμεις του. Εγώ δεν υπολόγισα καλά τις δυνάμεις του, τον παρέσυρα σε έργο πολύ βαρύ... Και φέρω βαρειά ευθύνη, γιατί, ενώ τώρα τρέχει τον κίνδυνο να χάσει τα κερδισμένα αποτελέσματα, οι θυσίες θα του μείνουν" , υποστήριξε ο Βενιζέλος πριν φύγει από την Ελλάδα, μετά τις εκλογές του 1920. (σελ. 140)
...................................
Στις 300 περίπου σελίδες αυτής της εμβριθούς μελέτης παρουσιάζονται τα κυριότερα γεγονότα από το 1909 έως και το 1922 και ο Εθνικός Διχασμός ερμηνεύεται ως οιονεί θρησκευτικό "σχίσμα" χαρισματικής προέλευσης, ως κρίση στη διαδικασία εθνικής ολοκλήρωσης, ως ταξική σύγκρουση αλλά και ως διαμάχη εμφυλίου πολέμου.
Γοητευτική ιστορική αφήγηση, εξαιρετικά παραθέματα από το τύπο και τη σχετική βιβλιογραφία, αιμάτινες οι συσχετίσεις με το σήμερα. Καλή ανάγνωση!

ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ

Τα κύματα της Virginia Woolf αφηγούνται την ιστορία μιας παρέας φίλων από την πρώτη μέρα του σχολείου έως τη δύση της ζωής τους. Έξι φίλοι που μεγαλώνουν με διαφορετικά όνειρα, διαφορετικούς στόχους, ερωτεύονται, απογοητεύονται, ξαναπροσπαθούν, βιώνουν την απώλεια, ματώνουν και θριαμβεύουν άδοξα και ένδοξα.
Άλλοτε ακολουθώντας την "άμπωτη" και άλλοτε την "παλίρροια" του λόγου, το κείμενο μιλά για τη φιλία, τον έρωτα, τη διαφορετικότητα, τη ζωή που περνάει, την απώλεια, την αγωνία της ύπαρξης και της συνείδησης.
Η Virginia Woolf νομιμοποιεί την ατέλεια, ανακουφίζει, συμπονά και,την ίδια στιγμή, στέκεται με οξύτητα και κοφτερό μάτι στην παραμικρή λεπτομέρεια της ανθρώπινης ζωής, προτείνοντας ως μόνη σωτηρία τους άλλους, την αποδοχή των άλλων και του εαυτού.
(Από το πρόγραμμα της παράστασης του έργου στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών, σε μετάφραση Άρη Μπερλή και σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά)

Εξαιρετική παράσταση, ανάδειξη του κειμένου και της υποκριτικής τέχνης,
σε ένα δωμάτιο-εξομολογητήριο και ένα μακρόστενο τραπέζι,
όπου ηθοποιοί και θεατές προσπαθούν να αντιμετωπίσουν
τα ... κύματα, της μνήμης, της οδύνης, της ματαίωσης, της μοναξιάς, της ... ζωής!





Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2016

ὄττω τις ἔραται



Ο]ἰ μὲν ἰππήων στρότον, οἰ δὲ πέσδων
οἰ δὲ νάων φαῖσ᾽ ἐπ[ὶ] γᾶν μέλαι[ν]αν
ἔ]μμεναι κάλλιστον, ἔγω δὲ κῆν᾽ ὄτ-
τω τις ἔραται·
[5]πά]γχυ δ᾽ εὔμαρες σύνετον πόησαι
π]άντι τ[ο]ῦτ᾽, ἀ γὰρ πόλυ περσκέθοισα
κάλλος [ἀνθ]ρώπων Ἐλένα [τὸ]ν ἄνδρα
τὸν [πανά]ριστον
καλ[λίπο]ισ᾽ ἔβα ᾽ς Τροΐαν πλέοι[σα
[10]κωὐδ[ὲ πα]ῖδος οὐδὲ φίλων το[κ]ήων
πά[μπαν] ἐμνάσθη, ἀλλὰ παράγαγ᾽ αὔταν
τὰν ἀ?έκοι]σαν
Κύπρις· εὔκαμπτον γὰρ...
...
[15]κἄμε νῦν Ἀνακτορ[ίας ὀν]έμναι-
σ᾽ οὐ παρεοίσας,
τᾶ]ς κε βολλοίμαν ἔρατόν τε βᾶμα
κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω
ἢ τὰ Λύδων ἄρματα κἀν ὄπλοισι
[20]πεσδομ]άχεντας.


Άλλοι το ιππικό, άλλοι το πεζικό, κάποιοι το ναυτικό ορίζουν πως είναι το ομορφότερο πράγμα πάνω στη μαύρη γη. Όμως εγώ εκείνο που καθένας ερωτεύεται.

Κι έχω εξήγηση απλή, όλοι νομίζω θα την ασπαστούν. Γιατί εκείνη, η αξεπέραστη στον κόσμο καλλονή, η Ελένη, παράτησε πανάριστον τον άντρα της κι ανέβηκε στο πλοίο για την Τροία. Ούτε που νοιάστηκε για το παιδί της, μήτε για τους γονείς της. Της συνεπήρε η Κύπρις το μυαλό.

Έτσι κι εγώ τώρα αναμνήστηκα την Ανακτορία απούσα. Πώς θα 'θελα το εράσμιο το βήμα της να δω, τη φεγγοβόλα λάμψη του προσώπου. Όχι αμάξια λυδικά και πάνοπλους πεζούς να μάχονται.
(Μετάφραση Μαρωνίτη)
***
Η αναζήτηση και ο καθορισμός του "αρίστου" και του "καλλίστου" αποτελούν αιώνια νοσταλγία του ανθρώπου, η οποία μετουσιώνεται ποιητικά σε άμεσες, σαφείς ερωτήσεις, με τις οποίες μετρείται  και προσδιορίζεται το αντικείμενο της ανθρώπινης ευδαιμονίας. Στο ποίημα όμως της Σαπφούς η έννοια του "καλλίστου" είναι αρκετά σαφώς καθορισμένη "ὄττω τις ἔραται". Έτσι το ποίημα δεν είναι μια "παρηγορητική" ωδή, ούτε ένα αληθινό εγκώμιο της Ανακτορίας, αλλά μια ομολογία πίστεως στον έρωτα, το "credo" της Σαπφούς που αναφέρεται στην πίστη της στην Αφροδίτη. (Σκιαδάς έφη)
***
Το ποίημα [...] είναι θα λέγαμε, η απάντηση της ποιήτριας στο ερώτημα τι το κάλλιστον . Η απάντηση αυτή στην αρχή κατατίθεται ως αναιρετική αφοριστική δήλωση, στη συνέχεια υποστηρίζεται με το μυθικό παράδειγμα της Ελένης και καταλήγει ως συγκεκριμένη ονομαστική αναφορά στην αγαπημένη Ανακτορία που λείπει. 
Η όλη σύνθεση συνέχεται και τροφοδοτείται από το πλαίσιο που δημιουργεί ο λαϊκός στην καταγωγή του εκφραστικός τρόπος που είναι γνωστός με τον όρο Priamel (άλλοι πιστεύουν το α, άλλοι το β, άλλοι το γ, εγώ όμως το δ. Απαριθμούνται και απορρίπτονται τα κοινώς θεωρούμενα κάλλιστα, για να εξαρθεί εμφατικότερα η κορύφωση που συνιστά η συχνά απροσδόκητη και αιρετική προσωπική επιλογή). Στην τελευταία στροφή το σχήμα αποκτά συγκεκριμένο περιεχόμενο: το ερατεινό περπάτημα και η λάμψη του προσώπου της Ανακτορίας τίθεται για τη Σαπφώ πάνω από το εντυπωσιακό θέαμα των λυδικών αρμάτων και των πάνοπλων πεζών μαχητών. (Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας ΥΠΕΠΘ)
***
Η Σαπφώ έχει προσδιορίσει "τίνα/τι έραται", δεν το έχει όμως. έτσι, μην μπορώντας να φέρει πίσω την Ανακτορία, μετουσιώνει την οδύνη της σε στίχους. Αποδέχεται την "προδοσία" της και υμνεί την  "παγκάλη φυά" της, γιατί την "έραται"
Εκείνη, ως άλλη "ωραία Ελένη", εγκαταλείπει αγαπημένα πρόσωπα για έναν άλλον / τον ...Έρωτα.
Υπάρχει άραγε στην ψυχή της το "αγκάθι" για την ...απομάκρυνση; 
Και η μια και η άλλη κάνουν σπονδή στον Έρωτα.
Για πόσον καιρό; Με πόση επίγνωση;

Πώς κανείς προδίδει "κήν' όττω έραται" ; Για ποιαν αιτία; Με ποιες συνέπειες;


Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

Ωδή στην πλήρη σελήνη

Σαπφούς σπαράγματα και ...σπαραγμοί

Αστέρες μέν ἀμφι κάλαν σελάνναν
ἆιψ ἀπυκρύπτοισι φάεννον εἶδος,
ὄπποτα πλήθοισα μάλιστα λάμπης
ἀργύρια γᾶν.

Πλήρης μὲν ἐφαίνετ᾽ ἀ σελάννα·
αἲ δ᾽ ὠς περὶ βῶμον ἐστάθησαν

Δέδυκε μὲν ἀ σελάννα
καὶ Πληίαδες· μέσαι δὲ
νύκτες, παρὰ δ᾽ ἔρχετ᾽ ὤρα·
ἔγω δὲ μόνα κατεύδω.




Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2016

Δύστηνος έγκειμαι πόθω/ άψυχος, χαλεπήσι θεών οδύνησι έκητι/ πεπαρμένος δι' οστέων



Μια μη θρησκευτική, λαϊκή τελετή πρόκειται να οργανωθεί την ερχόμενη Τρίτη στο κάστρο Καστέλλο Σφορτσέσκο του Μιλάνο, για το στερνό «αντίο» συναδέλφων, πολιτών και χιλιάδων αναγνωστών στον διεθνούς φήμης συγγραφέα και σημειολόγο Ουμπέρτο Έκο, που πέθανε την Παρασκευή στην Ιταλία σε ηλικία 84 ετών..
[...]
Ο Έκο γεννήθηκε στην Αλεσσάντρια του Πιεμόντε στις 5 Ιανουαρίου 1932. Από το 1975 έως το 2007 κατείχε την έδρα του Καθηγητή Σημειωτικής στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και από το 1988 ήταν πρόεδρος του Διεθνούς Κέντρου Μελετών Σημειωτικής στο Πανεπιστήμιο του Σαν Μαρίνο....
Πολύγλωσσος, παντρεμένος με Γερμανίδα, ο Έκο είχε εξηγήσει πως ασχολήθηκε αργά με την λογοτεχνία διότι θεωρούσε τη συγγραφή μυθιστορημάτων ενασχόληση για παιδιά, κάτι «που δεν έπαιρνε στα σοβαρά».
Μετά Το όνομα του Ρόδου, ο Έκο δημοσίευσε μεταξύ άλλων Το εκκρεμές του Φουκώ (1988), Το νησί της προηγούμενης μέρας (1994), και τη Μυστηριώδη φλόγα της βασίλισσας Λοάνα (2004). Στο τελευταίο του μυθιστόρημα, Φύλλο μηδέν (2014), η πλοκή εκτυλίσσεται στον κόσμο του ιταλικού Τύπου τη δεκαετία του 1990.
Έγραψε παράλληλα δεκάδες δοκίμια, επιδεικνύοντας συχνά μια τάση εκλεκτικισμού, για τη μεσαιωνική αισθητική, την ποιητική του Τζέιμς Τζόις, τον Τζέιμς Μποντ, την ιστορία της ομορφιάς αλλά και της ασχήμιας.
Ο Έκο, που δεν έκρυβε ότι ανήκει στην αριστερά, ήταν κάθε άλλο παρά ένας συγγραφέας κλεισμένος σε γυάλινο πύργο. Συνέχιζε να γράφει τακτικά μια στήλη στο εβδομαδιαίο περιοδικό L'Espresso.
Η ευρύτητα του πνεύματός του δεν τον εμπόδιζε να εξετάζει με κριτική ματιά την εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνίας. «Οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης έδωσαν το δικαίωμα να μιλάνε σε λεγεώνες ηλιθίων που άλλοτε δεν μίλαγαν παρά μόνο σε μπαρ, αφού είχαν πιει κανένα ποτήρι κρασί, χωρίς να βλάπτουν την κοινότητα. Τους αναγκάζαμε αμέσως να σωπάσουν, αλλά σήμερα έχουν το ίδιο δικαίωμα λόγου με ένα βραβείο Νόμπελ. Είναι η εισβολή των ηλιθίων», είχε πει, όπως υπενθύμισε η εφημερίδα Il Messaggero.
Online

Αρχίλοχος: κιχάνει δ᾽ ἐξ ἀελπτίης φόβος

56 D. 105 W. (Snell) - Heracl. alleg. Hom. 5 (p. 6 ed. Bonn.)

Γλαῦχ᾽ ὅρα· βαθὺς γὰρ ἤδη κύμασιν ταράσσεται
πόντος, ἀμφὶ δ᾽ ἄκρα Γυρέων ὀρθὸν ἵσταται νέφος,
σῆμα χειμῶνος· κιχάνει δ᾽ ἐξ ἀελπτίης φόβος.


Ποιος είναι πιο φοβερός φόβος, εκείνος από το αναμενόμενο ή εκείνος από το απρόβλεπτο γεγονός;

Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016

ΔΕΥΤΕΡΗ ΖΩΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ -ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΑΡΒΑΝΙΤΑΚΗ

Δεύτερη ζωή δεν έχει!


Στίχοι:  
Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική:  
Δημήτρης Παπαδημητρίου

Εδώ στου δρόμου τα μισά
έφτασε η ώρα να το πω
άλλα είναι εκείνα που αγαπώ
γι’ αλλού γι’ αλλού ξεκίνησα.

Στ’ αληθινά στα ψεύτικα
το λέω και τ’ ομολογώ.
Σαν να `μουν άλλος κι όχι εγώ
μες στη ζωή πορεύτηκα.

Όσο κι αν κανείς προσέχει
όσο κι αν το κυνηγά, 
πάντα πάντα θα `ναι αργά
δεύτερη ζωή δεν έχει.

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

Μάριος Φραγκούλης.Δεύτερη ζωή δεν έχει. Οδ.Ελύτης.

Ελένη Καραΐνδρου - Eternity and a Day - Theo Angelopoulos

Ελένη Καραΐνδρου -The Weeping Meadow - Theo Angelopoulos

Ελένη Καραΐνδρου-The Dust of Time - Theo Angelopoulos

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Στίχοι "Νοτιάς"

Στίχοι: Μπουλμέτης Τάσος
Μουσική: Ρεμπούτσικα Ευανθία
Ερμηνευτές: Μαργαρίτης Γιώργος

Είναι τα μάτια σου θολά, μια τρικυμία,
της λησμονιάς το γιατρικό δεν θα το βρεις.
Όσο κι αν κάνεις στα παλιά περιπολία,
αν δεν κοιτάξεις στα βαθιά μη ξαναρθείς.

Σημάδι αν βάζεις το Νοτιά κι αν ξενυχτάς,
πριν φύγεις ρίξε μια ματιά σ` ό,τι κρατάς.
Σ` αυτό που πάλεψες πολύ να κερδιθεί,
μα πριν κοιτάξεις στα βαθιά μη ξεκινήσεις.

Είναι το βλέμμα σου αιχμηρό, μελαγχολία,
σαν μια εικόνα στον αφρό πειρατική.
Και του μυαλού σου το υλικό θεομηνία,
σαν ένα μίγμα εκρηκτικό καραδοκεί.

Ευανθία Ρεμπούτσικα & Γιώργος Μαργαρίτης - Νοτιάς - Από την ταινία Νοτιά...

Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο...

Σε σημειώσεις του για προεκλογική ομιλία το 1912 ο Βενιζέλος έγραφε:

"Προ της επαναστάσεως [1909], οι έχοντες σχέσιν με την στήλην των εξόδων (=τρόφιμοι) του προϋπολογισμού διηύθυνον κυρίως την Ελλάδα. Ήδη αι τύχαι αυτής διευθύνονται κυρίως παρ' εκείνων οίτινες τροφοδοτούν την στήλην των εσόδων του προϋπολογισμού".

Πολύ αισιόδοξος ήταν ο οραματιστής Βενιζέλος. Έναν αιώνα μετά η κατάστασις έχει περιέλθει εις τα ισχύοντα "προ της επαναστάσεως". Λαμπρά!

Ο ορισμός της αναισχυντίας!


«Όταν ο άνθρωπος είναι καθηλωμένος σε καρέκλα, σιγά σιγά το μυαλό του καθηλώνεται και σε μια ιδέα. Αυτό το λέω παράνοια, το λέω παραφροσύνη» - Λάκης Λαζόπουλος, 16/2/2016

«Όταν ένας άνθρωπος είναι καθηλωμένος σε καρέκλα, σιγά σιγά το μυαλό του καθηλώνεται και σε μια ιδέα. Αυτό το λέω παράνοια, το λέω παραφροσύνη».
Λάκης Λαζόπουλος 16/2/2016 Πηγή: www.lifo.gr