Τετάρτη 21 Αυγούστου 2024

DAMON GALGUT Η ΥΠΟΣΧΕΣΗ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ


yposxesi 01

Για το βραβευμένο με το Booker 2021 μυθιστόρημα του Ντέιμον Γκάλγκατ (Damon Galgut) «Η υπόσχεση» (μτφρ. Κλαίρη Παπαμιχαήλ, εκδ. Διόπτρα).

Της Χριστίνας Μουκούλη

Πόσο βαθιά είναι χαραγμένο στις ψυχές κάποιων ανθρώπων το αίσθημα ισότητας και δικαιοσύνης; Μέχρι πού μπορεί να φτάσει κανείς και τι είναι διατεθειμένος να θυσιάσει, για να είναι συνεπής με τον εαυτό του και με ό,τι θεωρεί χρέος του;

Η οικογένεια Σουάρτ, μια οικογένεια λευκών της Νότιας Αφρικής, διατηρεί μια φάρμα έξω από την Πρετόρια. Η Ρέιτσελ Σουάρτ, μητέρα της δεκατριάχρονης Αμόρ είναι βαριά άρρωστη και, μερικές μέρες πριν πεθάνει, εκφράζει στον σύζυγό της μια τελευταία επιθυμία: να παραχωρήσει στη Σαλομέ, τη γυναίκα που τους υπηρετεί για χρόνια, το σπίτι στο οποίο μένει εκείνη, και το οποίο ανήκει στην οικογένεια Σουάρτ. Η Αμόρ είναι μάρτυρας της συζήτησης κατά την οποία ο πατέρας υπόσχεται ότι θα εκπληρώσει την επιθυμία της συζύγου του.

Όταν η μητέρα της πεθαίνει, η Αμόρ θέτει το θέμα της παραχώρησης του σπιτιού. Κανείς όμως από την οικογένεια δεν είναι διατεθειμένος να συναινέσει. Ούτως ή άλλως κάτι τέτοιο δεν θα ήταν εφικτό, αφού η νομοθεσία δεν επιτρέπει στους μαύρους να έχουν ιδιοκτησία. Εννιά χρόνια αργότερα, όταν πεθαίνει κι ο πατέρας της, η οικογένεια συγκεντρώνεται ξανά και η Αμόρ επαναφέρει το θέμα του σπιτιού της Σαλομέ. Πλέον η νομοθεσία έχει αλλάξει και η παραχώρηση μπορεί να γίνει. Όμως, ούτε τότε τακτοποιείται το θέμα, ούτε αρκετά χρόνια αργότερα, όταν δολοφονείται η αδελφή της, η Άστριντ.

Η Ρέιτσελ Σουάρτ, μητέρα της δεκατριάχρονης Αμόρ είναι βαριά άρρωστη και, μερικές μέρες πριν πεθάνει, εκφράζει στον σύζυγό της μια τελευταία επιθυμία: να παραχωρήσει στη Σαλομέ, τη γυναίκα που τους υπηρετεί για χρόνια, το σπίτι στο οποίο μένει εκείνη, και το οποίο ανήκει στην οικογένεια Σουάρτ.

Όταν τα εναπομείναντα μέλη της οικογένειας συγκεντρώνονται για μια τελευταία φορά στην κηδεία του αυτόχειρα Άντον, τα περιθώρια έχουν στενέψει και η Αμόρ, αν θέλει να εκπληρώσει την τελευταία επιθυμία της μητέρας της, πρέπει να πάρει ριζικές αποφάσεις και να προβεί στις αντίστοιχες ενέργειες.

Από την άνθηση στην παρακμή

Η οικογένεια Σουάρτ, ξεκινάει με πολύ καλές προδιαγραφές. Γάμος από έρωτα, τρία παιδιά, ιδιόκτητες εκτάσεις γης, επιχειρήσεις που αποφέρουν κέρδη, μεγάλος αριθμός μαύρων στην υπηρεσία της. Τα πράγματα εξελίσσονται καλά για ένα διάστημα. Όταν όμως η μητέρα πεθαίνει, χάνεται ο συνεκτικός κρίκος και το οικοδόμημα καταρρέει. Τα μέλη της οικογένειας διασκορπίζονται. Η αγάπη της μητέρας κρατούσε τις ισορροπίες. Μια μητέρα η οποία είχε αρνηθεί τη θρησκεία της, τον Ιουδαϊσμό, και είχε ασπαστεί την Ολλανδική Μεταρρυθμιστική Εκκλησία, για να είναι με τον άνθρωπο που αγαπούσε. Όταν αυτή η δοτική παρουσία εκλείπει, η συνύπαρξη των υπολοίπων είναι αδύνατη.

Η ιδιοσυγκρασία του κάθε μέλους είναι τελείως διαφορετική από των υπολοίπων. Ο πατέρας κάνει την επανάστασή του όταν ερωτεύεται και παντρεύεται μια γυναίκα άλλης θρησκείας, όμως, όταν εκείνη πεθαίνει, αδύναμος, χειραγωγείται από τους επιτήδειους θρησκευτικούς ηγέτες της περιοχής. Ο Άντον, ο αδελφός της Αμόρ, ο οποίος υποχρεώνεται να υπηρετήσει στον στρατό, τον καιρό της στρατιωτικής του θητείας διαπράττει έναν φόνο, με αποτέλεσμα να κουβαλάει διαρκώς μέσα του το βάρος αυτού του θανάτου. Δεν βρίσκει ποτέ τη δύναμη να πραγματοποιήσει τα όνειρα που είχε ως έφηβος. Δεν γίνεται κυρίαρχος της οικογενειακής επικράτειας. Είναι «μια δυνατή αρχή που έχασε τον δρόμο της», την ορμητικότητά της. Η μεγάλη αδελφή, η Άστριντ, ενδιαφέρεται μόνο για την εμφάνισή της. Είναι ένα φοβισμένο άτομο. Φοβάται «τη φτώχεια, τους μαύρους, τη διάλυση των οργανωμένων δομών της κοινωνίας. Ότι δεν την αγαπάει κανείς».

Το βιβλίο είναι δομημένο σε τέσσερα μέρη, όσα και τα μέλη της οικογένειας της Αμόρ. Κάθε κεφάλαιο του βιβλίου αντιστοιχεί σε μια κηδεία.

Η Αμόρ, η παράξενη, η διαφορετική, καταλαβαίνει από πολύ νωρίς ότι δεν μπορεί να συμβαδίσει με τον ρυθμό και τις πεποιθήσεις της οικογένειας, γι’ αυτό και αποχωρεί από τους κόλπους της μόλις ενηλικιώνεται. Για ένα διάστημα ζει στο Λονδίνο, αργότερα επιστρέφει στη Νότια Αφρική, αλλά σε άλλη πόλη, και εργάζεται σε ένα νοσοκομείο, όπου περιποιείται ετοιμοθάνατους ασθενείς. Προσπαθεί να μην κοιτάζει πίσω, γιατί θέλει να προχωρήσει, να ξεφύγει από μια ζωή συμβατική και αντίθετη με το εγγενές αίσθημα ισότητας και δικαίου που τη διακατέχει.

Το βιβλίο είναι δομημένο σε τέσσερα μέρη, όσα και τα μέλη της οικογένειας της Αμόρ. Κάθε κεφάλαιο του βιβλίου αντιστοιχεί σε μια κηδεία. Η οικογένεια συγκεντρώνεται πλέον μόνο όταν η συνύπαρξη επιβάλλεται. Οι δεσμοί αίματος που τους ενώνουν είναι πολύ αδύναμοι μπροστά στις συναισθηματικές, οικονομικές και θρησκευτικές διαφορές που τους χωρίζουν. Κι ο χρόνος που περνάει κι αφήνει τα σημάδια του στο σώμα τους, μεγαλώνει και τις διαφορές που τους χωρίζουν.

yposxesi 02
Ο Damon Galgut είναι Νοτιοαφρικανός μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Γεννήθηκε το 1963 στην Πρετόρια και εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα σε ηλικία δεκαεπτά ετών. Ήταν για πρώτη φορά υποψήφιος για το βραβείο Booker με το έργο του “The Good Doctor” το 2003 (Ο καλός γιατρός, Ωκεανίδα, 2005) και για δεύτερη φορά το 2010 με το “In a Strange Room”. Το πρόσφατο μυθιστόρημά του “Arctic Summer” ήταν υποψήφιο για τα βραβεία Walter Scott και Folio, ενώ το έργο του “The Quarry” μεταφέρθηκε το 2020 στον κινηματογράφο. Σήμερα ζει και εργάζεται στο Κέιπ Τάουν. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί συνολικά σε δεκαέξι γλώσσες.

Η ιστορία μιας οικογένειας και η ιστορία μιας χώρας

Στη φάρμα, μαζί με τα μέλη της οικογένειας αλλά λίγο πιο πέρα, σαν σκιά, υπάρχει και η Σαλομέ. Η παρουσία της, σχεδόν, δεν γίνεται αντιληπτή. Μαγειρεύει, καθαρίζει, φροντίζει για τα πάντα, αλλά είναι αόρατη. Δεν της επιτρέπεται να παίξει κανέναν άλλο ρόλο: να μιλήσει, να γελάσει, να κλάψει. Είναι σαν όλοι να αγνοούν την ύπαρξή της, με τον ίδιο τρόπο που αγνοούν τις επιθυμίες και τα συναισθήματά της. Η παρουσία της Σαλομέ έχει έντονα συμβολικό χαρακτήρα στο κείμενο. Παρά τη φαινομενική ισότητα και ελευθερία, παρά την παρουσία της σε χώρους στους οποίους πριν δεν επιτρεπόταν να παρευρίσκεται, πάντα θα είναι σε μειονεκτική θέση, πάντα θα είναι σχεδόν αόρατη, χωρίς άποψη, δύναμη, λόγο.

Ο συγγραφέας έχει ένα εντελώς προσωπικό ύφος, έναν ασυνήθιστο τρόπο γραφής. Ο τριτοπρόσωπος παντογνώστης αφηγητής παραθέτει τα γεγονότα και συχνά απευθύνεται τόσο στον αναγνώστη όσο και στους ήρωες, με μια διάθεση σκωπτική, αναζητά τους λόγους για τις αποφάσεις που παίρνουν, αναλύει τις σκέψεις τους, όμως αποδέχεται τις ενέργειές τους. Καθιστά τον αναγνώστη συνοδοιπόρο του στο ταξίδι της διερεύνησης των γεγονότων ίσως και στην αφήγηση της ιστορίας, χαρίζοντας αμεσότητα στο κείμενο και μια εγγύτητα και επικοινωνία του δημιουργού με τον αποδέκτη του έργου του. Το κείμενο χαρακτηρίζεται από μια γοητευτική διαρκή ροή, από την οποία ο αναγνώστης παρασύρεται με ευχαρίστηση.

Ο τίτλος του βιβλίου προφανώς αλλά και κατά δήλωση του συγγραφέα, έχει σχέση με την ανεκπλήρωτη υπόσχεση προς τη Νότια Αφρική μετά το απαρτχάιντ, με τις ελπίδες των κατοίκων της για το μέλλον και με τις προσδοκίες τους που διαψεύστηκαν.

Οι διάλογοι είναι ενσωματωμένοι στην αφήγηση, αλλάζει συνεχώς η οπτική γωνία με ταχύτατη μετακίνηση από τον έναν χαρακτήρα στον άλλο, και, πολλές φορές, στην ίδια πρόταση υπάρχει και το τρίτο και το πρώτο πρόσωπο, χωρίς κάποια στίξη που να δηλώνει τη μετάβαση αυτή, κάτι που προϋποθέτει φοβερή δεξιοτεχνία στη συγγραφή για να λειτουργήσει, κι εδώ ο συγγραφέας αποδεικνύει ότι την διαθέτει. Εξαιρετικά πρωτότυπη είναι επίσης και η μετάβαση από τη μία χρονική στιγμή στην άλλη, καθώς και ο τρόπος που παρατίθενται οι πληροφορίες για τα γεγονότα που μεσολάβησαν από τη μία συγκέντρωση της οικογένειας ως την επόμενη.

dioptra GALGUT bookerΟι οικογενειακές σχέσεις ως σχέσεις ανταγωνισμού, αγάπης και μίσους, το «πόσο συνηθισμένη και πόσο παράξενη είναι η ανθρώπινη ζωή», το χρήμα, που «βγάζει τις χειρότερες μορφές της ανθρώπινης φύσης», ο χρόνος και τα ανεξίτηλα σημάδια του στους ανθρώπους και στις ζωές τους, η γη και οι διεκδικητές της, το δίκαιο του δυνατού και η αναγκαστική υπομονή του αδύναμου, είναι τα βασικά θέματα που θίγονται στο κείμενο, και, φυσικά, οι υποσχέσεις που δίνονται για να τηρούνται, αλλά σπανίως η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται.

Ο τίτλος του βιβλίου προφανώς αλλά και κατά δήλωση του συγγραφέα, έχει σχέση με την ανεκπλήρωτη υπόσχεση προς τη Νότια Αφρική μετά το απαρτχάιντ, με τις ελπίδες των κατοίκων της για το μέλλον και με τις προσδοκίες τους που διαψεύστηκαν. Κι εκείνος, όπως και η ηρωίδα του, δεν ξεχνά και προσπαθεί, στο μέτρο του δυνατού, να επιτελέσει το μερίδιο του χρέους του.

Η μετάφραση της Κλαίρης Παπαμιχαήλ είναι αντάξια της εξαιρετικής συγγραφικής μαεστρίας του συγγραφέα, και μεταδίδει την ιδιαίτερη ενέργεια του κειμένου. Αυτή την ενέργεια που τροφοδοτεί την επιμονή της Αμόρ και μας εντείνει την πεποίθηση ότι, όσο υπάρχουν κάποιοι που θυμούνται και μπορούν να βλέπουν πέρα από το προσωπικό συμφέρον, υπάρχει ελπίδα.


* Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι εκπαιδευτικός.

Απόσπασμα από το βιβλίο

«Για άλλη μια φορά στην εκκλησία, όλοι μας, ενάντια στη θέλησή μας. Κάτι τέτοιες ώρες, όταν η οικογένεια πυκνώνει, αριθμητικά τουλάχιστον, αν όχι σε αφοσίωση, περιεργαζόμαστε ο ένας τον άλλον επιφυλακτικά μέσα από τις αλεπότρυπές μας. Οι Σουάρτ στέκονται ενωμένοι, ως επί το πλείστον, παρόλο που τώρα πια έχουμε αραιώσει, δεν είμαστε παρά μια σειρά στο πρώτο στασίδι. Γιατί δεν υπάρχει τίποτε ασυνήθιστο ή αξιοπρόσεκτο στην οικογένεια Σουάρτ, α, όχι, θυμίζουν την οικογένεια από τη διπλανή φάρμα κι αυτήν από την παραδιπλανή, δεν είναι παρά ένα συνηθισμένο τσούρμο από λευκούς Νοτιοαφρικανούς και, αν δεν το πιστεύετε, τότε ακούστε μας πώς μιλάμε. Δεν ακουγόμαστε διαφορετικοί από άλλες φωνές, ακουγόμαστε ίδιοι και λέμε τις ίδιες ιστορίες, με μια προφορά ποδοπατημένη, όλα τα σύμφωνα καρατομημένα και τα φωνήεντα ορθάνοιχτα. Στις ψυχές μας έχουμε κάτι σκουριασμένο, λεκιασμένο από τη βροχή, βουλιαγμένο..."


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου