Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2024

V 252 Παύλου του Σιλεντιάριου

 Ῥίψωμεν, χαρίεσσα, τὰ φάρεα. γυμνὰ δὲ γυμνοῖς ἐμπελάσει γυίοις γυῖα περιπλοκάδην.

μηδὲν ἔοι τὸ μεταξύ. Σεμιράμιδος γὰρ ἐκεῖνο τεῖχος ἐμοὶ δοκέει λεπτὸν ὕφασμα σέθεν.

στήθεα δ’ ἐζεύχθω, τά τε χείλεα. τἆλλα δὲ σιγῇ κρυπτέον. ἐχθαίρω τὴν ἀθυροστομίην.

ολγκα Τοκαρτσουκ, Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών






Το μυθιστόρημα της νομπελίστριας Όλγκα Τοκάρτσουκ Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών –σε ρέουσα, γλαφυρή μετάφραση της Αναστασίας Χατζηγιαννίδη, για τις εκδόσεις Καστανιώτη–, γεφυρώνει την εμπειρία της πραγματικής ζωής και του φανταστικού, τα όνειρα και το παρόν καθώς και το παρελθόν και το παρόν. Η Τοκάρτσουκ γράφει για πράγματα εξαιρετικά, για θαύματα που έχουν τις ρίζες τους στην καθημερινή ζωή: το πιο σημαντικό κλειδί προσέγγισής της φαίνεται να είναι ο μυθογραφικός τόνος, εφόσον έτσι κι αλλιώς η γραφή της έχει συσχετισθεί με τη μεταμοντέρνα αισθητική.

Η εκκεντρική αφηγήτρια του Οδήγησε το αλέτρι σου..., η Γιανίνα Ντουσέικο, έχει διατελέσει μηχανικός γεφυρών, κατόπιν δασκάλα αγγλικών και, τέλος, σε κάπως πιο προχωρημένη (αλλά απροσδιόριστη) ηλικία, χειμερινή φύλακας σε μερικά καλοκαιρινά σπίτια στο απομονωμένο πολωνικό χωριουδάκι Κλότζκο: το σκηνικό είναι ένα οροπέδιο που βρίσκεται στα όρια με την Τσεχική Δημοκρατία. Η αληθοφάνεια και η τεκμηρίωση των πραγματολογικών στοιχείων μοιάζει να μην ενδιαφέρουν καθόλου τη συγγραφέα, που τοποθετεί στην εποχή του ίντερνετ και του κινητού τηλεφώνου έναν οδοντίατρο να αναισθητοποιεί τους ασθενείς του με βότκα προτού προβεί σε εξαγωγή δοντιού. Επίσης, η έλλειψη αληθοφάνειας σε πλείστα σημεία του μυθιστορήματος δεν αποβαίνει διόλου εις βάρος της υποβλητικής ατμόσφαιρας, αντιθέτως περιβάλλει την αφήγηση με μιαν αχλή παραμυθιού – ζοφερού όμως παραμυθιού.

Η Γιανίνα ξυπνά ένα βράδυ από τον γείτονά της που η ίδια αποκαλεί «Σκιάχτρο», ο οποίος την ενημερώνει ότι ο γείτονάς τους που φέρει το παρατσούκλι «Μεγάλη Πατούσα», είναι νεκρός στο σπίτι του. Πριν φτάσει η αστυνομία, η Γιανίνα και το Σκιάχτρο βρίσκουν ένα κόκαλο ελαφιού στο στόμα της Μεγάλης Πατούσας. Η αυθαίρετη ονοματοθεσία των προσώπων είναι ένα μόνο κομμάτι της πρωτοτυπίας στην αφηγηματική αυτή σύνθεση, που είναι δομημένη στα μύχια του γυναικείου ψυχισμού και απηχεί πάγιες θέσεις της συγγραφέως για τις εσφαλμένες, ετεροκανονικές επιλογές της ανθρωπότητας: ανάμεσα σε αυτές, πέρα από τον πόλεμο, την αλαζονεία, την ειρωνεία, κεντρική θέση κατέχει το κυνήγι και η κρεωφαγία. Οι θάνατοι που σημειώνονται στο χωριό της ιστορίας είναι όλοι αμφίβολης προέλευσης, φαντάζουν ως ένα βαθμό σαν ατυχήματα αλλά, για τη συνείδηση της αφηγήτριας, δεν είναι παρά μια οργανωμένη εκδίκηση της πανίδας της περιοχής για τη γενοκτονία των ζώων που γίνεται εκ μέρους των ανθρώπων. Τα όρια του ανθρώπινου και του ζωϊκού καταργούνται ως ένα βαθμό για τη Γιανίνα, καθώς η φύση δείχνει με ανιμιστικό τρόπο ενοποιημένη, να υπακούει σε προδιαγεγραμμένους («δεδικασμένους», όπως τους αποκαλεί σε επιστολή της προς την Αστυνομία) κανόνες που ο άνθρωπος επιμένει να αγνοεί. Προφανώς η Γιανίνα αντιμετωπίζεται ως η «τρελή» του χωριού, εξασφαλίζει όμως την πηγαία συνενοχή του αναγνώστη.

Μανιώδης οπαδός της αστρολογίας και, γενικότερα, επιρρεπής στο να θεωρητικοποιεί και να αποδίδει περιστατικά σε ευρύτερα, κοσμικά συστήματα αναφορών, αναπτύσσει και προπαγανδίζει τη θεωρία ότι τα ζώα σκοτώνουν τους ντόπιους για να εκδικηθούν για την κακοποίησή τους απ’ αυτούς. Πρόκειται για ένα μυστήριο δολοφονίας με γνωρίσματα ψυχολογικού θρίλερ, που παράλληλα εγκαινιάζει βαθύ διαλογισμό σχετικά με την ανθρώπινη ύπαρξη και με το πώς η ανθρώπινη ζωή ταιριάζει –ή δεν ταιριάζει– με τον κόσμο γύρω της. Το λεξιλόγιο και τα τσιτάτα της η Γιανίνα τα δανείζεται από τον αγαπημένο της ποιητή, τον Ουίλιαμ Μπλέικ.

Πέρα από εξαιρετική ποιητική περιδιάβαση στη μοναδική αντίληψη ενός «σαλού» για την υπαρξιακή συνθήκη που απαρεγκλίτως οδηγεί τον άνθρωπο στη φθορά και στον θάνατο, το Οδήγησε το αλέτρι σου... είναι, υπό μιαν οπτική, ένα «οικολογικό θρίλερ» – αρκετοί συνηθισμένοι αλλά αντιπαθείς άντρες δολοφονούνται βάναυσα στο τέλος του χειμώνα και φαίνεται ότι η ίδια η φύση είναι που τους δολοφονεί. Εμφανείς είναι οι επιδράσεις του λατινοαμερικανικού μαγικού ρεαλισμού στο μυθιστόρημα (η νεκρή μητέρα και η νεκρή γιαγιά της αφηγήτριας περιδιαβαίνουν το λεβητοστάσιο ανενόχλητες και εκείνη προσπαθεί να τις ξαναστείλει στη διάσταση απ’ όπου επισκέπτονται τα όνειρά της), ωστόσο θα μπορούσε κανείς να πει ότι πρόκειται για «γραφικό ρεαλισμό», για ανατριχιαστική, επακριβή παρακολούθηση των πραγματικών, επιστημονικών δεδομένων της καθημερινής φθοράς των ανθρωπίνων. Τέλος, μοιάζει με θρίλερ αστυνομικής υφής, δεδομένης της «ιατροδικαστικής», σχεδόν, περιγραφής των νεκρών μελών (ιδιαίτερα των ποδιών) του ανθρώπινου σώματος και της «εντομολογικής» ακρίβειας μιας συλλογής από οστά, τεμάχια γούνας και λοιπά κτερίσματα που ανασυνθέτουν τη ζωή στα εξ ών συνετέθη. [αποσπάσματα από την κριτική του Νίκου Ξένιου στο BOOK PRESS, ολόκληρη η κριτική εδώ ]

Αυτό το σκοτεινά κωμικό και αναρχικό νουάρ προκάλεσε σεισμική αντίδραση στην Πολωνία, την πατρίδα της Τοκάρτσουκ, λόγω της ανυπόκριτης επίθεσής της στις αυταρχικές δομές, ενώ ο δεξιός Τύπος της χώρας βάφτισε τη συγγραφέα «οικοτρομοκράτισσα» και εθνική προδότρια.

Ένας από τους ήρωες του έργου αναφέρει: «Καμιά φορά μου φαίνεται πως ο καθένας μας ζει σε έναν κόσμο που κατασκευάζει για τον εαυτό του. Φτιάχνουμε χάρτες με σημασίες, τι είναι καλό και τι όχι, και μετά περνάμε όλη μας τη ζωή παλεύοντας με αυτό που έχουμε επινοήσει. Και βέβαια, επειδή ο καθένας έχει την εκδοχή του, είναι αδύνατο να κατανοήσουμε ο ένας τον άλλον..»

Ένα στοχαστικό, ειρωνικό και απόκοσμο έργο μυστηρίου με φόνους, με αγωνιώδη αφήγηση, διασκεδαστικούς χαρακτήρες και παιγνιώδες χιούμορ, το Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών είναι εντέλει μια ιστορία για το σύμπαν, την ποίηση και τους περιορισμούς και τις δυνατότητες του ακτιβισμού.