Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2021

Χριστίνα Αργυροπούλου, Καζαντζακικά Μελετήματα. Νίκος Καζαντζάκης, ένας χαλκέντερος και πολύτροπος δημιουργός, Εκδόσεις Έναστρον

 


Το πόνημα της Χριστίνας Αργυροπούλου Καζαντζακικά Μελετήματα αποτελεί πολυπρισματική μελέτη του έργου του δημιουργού, με έμφαση στα μυθιστορήματα Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Καπετάν Μιχάλης και 'Αναφορά στον Γκρέκο, στο στοχαστικό δοκίμιο Ασκητική, αλλά και την ταξιδιωτική, ποιητική και μεταφραστική δημιουργία του. 

Όπως δηλώνεται και στον πρόλογο, πυρήνας του βιβλίου αποτέλεσε επιλογή άρθρων από ομιλίες της συγγραφέως σε συνέδρια και ημερίδες. Τα αρχικά αυτά κείμενα συμπληρώθηκαν και επεκτάθηκαν συναποτελώντας μια ευρύτερη μελέτη που χωρίζεται σε έξι κεφάλαια. Το πρώτο αφιερώνεται στα εργοβιογραφικά στοιχεία του Καζαντζάκη και σε βασικές κρίσεις λογοτεχνών και μελετητών για το έργο του. Το δεύτερο, και εκτενέστερο, μέρος αποτελεί ενδελεχή μελέτη των ανωτέρω μυθιστορημάτων, τα οποία αναλύονται από διάφορες οπτικές, όπως το ποιητικό, μουσικό ή χορευτικό στοιχείο που ενσωματώνεται σε αυτά, ο φιλοσοφικός στοχασμός και η οικουμενική του διάσταση, οι πολιτισμικοί κώδικες και τα βασικά στοιχεία του κρητικού πολιτισμού (ήθη- έθιμα και αξίες, η ιδέα της ελευθερίας, το θρησκευτικό συναίσθημα, η θέση του άλλου, η θέση της γυναίκας), τα λογοτεχνικά πορτρέτα και οι μικροϊστορίες τους. Το τρίτο μέρος αναφέρεται στα Ταξιδιωτικά, ως μορφωτικό και εκπαιδευτικό υλικό και στην αναζήτηση της ελληνικότητας σε αυτά. Στο τέταρτο μέρος παρουσιάζεται αναλυτικά η δομή και το περιεχόμενο του στοχαστικού δοκιμίου Ασκητική, στο πέμπτο το σκωπτικό  και χιουμοριστικό στοιχείο στο ποιητικό και επιλεγμένο θεατρικό έργο του μεγάλου Κρητικού, όπως και στον μυθιστόρημα Καπετάν Μιχάλης. Τέλος στο έκτο μέρος παρουσιάζεται ο μεταφραστής Καζαντζάκης, στις μεταφράσεις παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας, με έμφαση στο έργο του Ιουλίου Βερν Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες.  Ακολουθεί εκτενής βιβλιογραφία και ευρετήριο όρων , ορολογιών , ονομάτων και τίτλων από τα αναλυόμενα έργα.

Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό από την απαρίθμηση των βασικών κεφαλαίων του βιβλίου, πρόκειται για βιβλίο αναφοράς στο πολυσχιδές έργο του Καζαντζάκη, όψεις του οποίου πιθανόν είναι άγνωστες όχι μόνο στο ευρύ κοινό αλλά και σε αρκετούς φιλολόγους εκπαιδευτικούς . Η παρουσίαση των επιμέρους θεμάτων - αξόνων μελέτης πλαισιώνεται από τις επισημάνσεις άλλων μελετητών για το ίδιο θέμα και από επιλεγμένα χωρία του καζαντζακικού corpus. Έτσι ο λόγος και ο στοχασμός του δημιουργού αναδεικνύεται και ερμηνεύεται σε συνάρτηση με την εποχή του, την ιδιοσυγκρασία του, τις επιδράσεις  που δέχτηκε και τις αναγνώσεις που προκάλεσε, μία από τις οποίες, ξεχωριστή, εμπεριστατωμένη, πολυπρισματική είναι και αυτή της Χριστίνας Αργυροπούλου, που συνδυάζει τη νηφάλια φιλολογική ανάλυση με το πάθος και την αγάπη για το έργο του Καζαντζάκη ειδικότερα αλλά και τη λογοτεχνία και τη σημασία της στην εκπαίδευση γενικότερα.

Η σύντομη αυτή βιβλιοπαρουσίαση αξίζει να πλαισιωθεί με χαρακτηριστικά παραθέματα του βιβλίου, αρχίζοντας από την αναφορά της συγγραφέως στην ποίηση, τη μουσική, το τραγούδι, τις μαντινάδες, τον χορό και τα μοιρολόγια, που ο δημιουργός ενσωματώνει στο έργο του Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά,  προσθέτοντας "πολιτισμική δυναμική στο νέο κείμενο, με το ξεχωριστό αισθητικό και πολιτιστικό τους φορτίο"  (σελ. 51). Ενδεικτικά  ας σταθούμε στον Μιμηθιό, που με τη λεπτή θηλυκιά φωνή του (σκωπτικό στοιχείο για τη διαφορετικότητα), τραγουδάει τον ανεπίδοτο έρωτά του για τη χήρα και τον πόνο του να την ξεπεράσει: "Το κάστανο θέλει κρασί και το καρύδι μέλι/ και το κοπέλι κοπελιά κι η κοπελιά κοπέλι". Τονίζεται ωστόσο ότι "το τραγούδι υπηρετεί όχι μόνο τις οικογενειακές γιορτές, τις θρησκευτικές και τον θάνατο, αλλά κυρίως την εθνική υπόθεση για την απελευθέρωση της Κρήτης. Στα έργα Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά και Καπετάν Μιχάλης το τραγούδι, ο χορός και γενικά η μουσική θεωρείται ότι λειτουργούν και επαυξάνουν τις χαρές, αλλά και ότι ενέχουν και "τελετουργικό ρόλο", ενώ τα μοιρολόγια για τη μαντάμ Ορτάνς αποκτούν "μια μορφή γκροτέσκο, από τη στάση των μοιρολογιστριών και των άλλων ηλικιωμένων γυναικών του χωριού, που μοιρολογούν την Ορτάνς πριν καλά καλά πεθάνει από τη βουλιμική τάση τους να κλέψουν τα πάντα, στοιχείο καρναβαλικό, το οποίο προσβάλλει τη νεκρή¨(σελ. 65).

Στα χαρακτηριστικά της γραφής του Καζαντζάκη αναλύονται το λεξιλόγιο, η διακειμενικότητα, το ύφος, η πολυφωνία, τα αφηγηματικά μέσα, η αισθητική του. Αναφέρεται ότι η γλώσσα του είναι "πλέρια" δημοτική, με κάποιες μορφολογικές και φωνολογικές υπερβολές", ενώ αφθονούν τα κρητικά ιδιώματα, οι λαϊκές εκφράσεις, ο μύθος, τα παραμύθια, οι παραβολές και οι ενσωματωμένοι λόγοι (διαλογικότητα), τα οποία δίνουν πολυφωνία στο έργο του" (σελ. 70-71). Υποστηρίζεται ωστόσο ότι η πολυφωνία του Καζαντζάκη "διαφέρει από εκείνη του Ντοστογιέφσκι", καθώς ο Ντοστογιέφσκι "αφήνει τους ήρωές του .να υπάρξουν αυθεντικοί, όπως είναι με τα πάθη τους και τις μύχιες σκέψεις τους, ενώ ο Καζαντζάκης τους επινοεί και τους χειραγωγεί για να υπάρξουν ανάλογα με τις δικές του ανησυχίες και τις αντίρροπες δυνάμεις που τον δονούν" (σελ. 76). 

Αναλύοντας τον στοχασμό του δημιουργού και ειδικότερα το ζήτημα της ελευθερίας, της ζωής και του θανάτου, η Χρ. Αργυροπούλου επισημαίνει ότι "το νόημα της ελευθερίας αποκρυσταλλώνεται στο ταφικό επίγραμμα του Καζαντζάκη, που λέγεται ότι πήρε από τον Λουκιανό, στο έργο του Δημώνακτος Βίος (παράγραφος 19.4-20.7: "Μόνον ευδαίμονα έφη τον ελεύθερον, εκείνον νομίζω τον μήτε ελπίζοντά τι μήτε δεδιότα"... Στην Ασκητική, στο κατ' εξοχήν βιβλίο τού πιστεύω του (credo), παρατηρεί ότι η "ελευθερία προϋποθέτει την άρνηση κάθε ελπίδας και την αποβολή του φόβου. Και στο έργο Toda-Raba, βάζει τον Ινδό βαρκάρη, ενώ παρασύρεται από το ρεύμα και κινδυνεύει, τα τραγουδάει "Δεν ελπίζω πια, δε φοβάμαι πια, είμαι λεύτερος" Ο ίδιος σταθερός στοχασμός υπάρχει και στον Βραχόκηπο και στο Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, π.χ. "Όχι, δεν είσαι λεύτερος είπε [...] Του λόγου σου, αφεντικό, έχεις μακρύ σπάγκο, πας κι έρχεσαι, θαρρείς πως είσαι λεύτερος. μα το σπάγκο δεν τον κόβεις. Κι άμα δεν κόψεις το σπάγκο..." (σελ.84).

Παράλληλα τονίζεται ότι στο καζαντζακικό έργο κυριαρχούν τα διπολικά ζεύγη ως αντιστίξεις χαρακτήρων και καταστάσεων, που όπως επισημαίνει και ο Σ. Ν. Φιλιππίδης, είναι σημειωτικές και αφηγηματικές." Ιδιαίτερα εμφανίζονται τα αντιστικτικά ζεύγη ζωή vs θάνατος, ύλη vs πνεύμα, αλήθεια vs ψέμα, βάρβαρος  vs μορφωμένος , θεωρία  vs πράξη αποτελούν βασικά στοιχεία στον στοχασμό του Καζαντζάκη. Ο Ζορμπάς ως χαρακτήρας αντιδιαστέλλεται από το αφεντικό "αυτός φίνος, ειρωνικός, πολιτισμένος, εγώ βάρβαρος. Αυτός συγκρατημένος, εγώ απότομος, ξεσπώντας σε ανάρμοστο απολίτιστο γέλιο" (σελ. 86). Παρατηρεί ωστόσο η Χρ, Αργυροπούλου ότι "η πάλη των αντιθέτων ουσιαστικά απηχεί τους δύο Καζαντζάκηδες, αυτόν που είναι και τον άλλο ο οποίος θα ήθελε να είναι , δηλαδή ένας τύπος Ζορμπά, το alter ego του δημιουργού". Ο Ζορμπάς θεωρείται ότι "αποτελεί τη μεταφυσική ολοκλήρωση ή αναπλήρωση του Καζαντζάκη μέσα από τη συνένωση των αντιθέτων. Θεός και διάβολος είναι ένα νόμισμα με δύο όψεις, δεν είναι τυχαίο ότι η ενότητα δίνεται με το αντιφατικό σύνθετο "Θεοδιάβολος" ή με την παραστατική εικόνα όπου ο διάβολος τραβάει τον Ζορμπά από τη μια μεριά και ο Θεός από την άλλη" (σελ. 88).

Για τη θέση της γυναίκας στο έργο του μεγάλου κρητικού τονίζεται ότι ο Καζαντζάκης, που έχει "μελετήσει τον Νίτσε, γνωρίζει τη θέση του για τις γυναίκες ως κατώτερες, ως όντα που δεν αγαπούν κανέναν άλλο παρά τον καθρέφτη τους". Στο έργο Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά η γυναίκα παρουσιάζεται κατώτερη από τον άντρα, σκεύος ηδονής, προκλητική χήρα, γεροντοκόρη και καλή σύζυγος ως αρσενογεννούσα. Καλή γυναίκα είναι η υπάκουη, δηλαδή αυτή που δεν έχει δική της προσωπικότητα. Γενικά "άλλοτε είναι ο προκλητικός δαίμονας και άλλοτε το αδύναμο πλάσμα. Σε πολύ λίγες περιπτώσεις εμφανίζεται η γυναίκα πιο ισχυρή από τον άντρα, τον οποίο βασανίζει ως κακή σύζυγος ή ως ανύπαντρη αδελφή". Επισημαίνεται ότι ο χαρακτήρα της μαντάμ Ορτάνς σκιαγραφείται σε αντίστιξη με εκείνον της Σουρμελίνας" και ότι "η Ορτάνς σχεδιάστηκε με ιδιαίτερο κέφι από τον δημιουργό της, ως ένας αντισυμβατικός γυναικείος χαρακτήρας, με γενναίες δόσεις ανθρωπιάς, χιούμορ και κοσμοπολιτισμού, ως μια γυναίκα της δράσης, αντάξιο ταίρι του Ζορμπά". Από την άλλη ο Γ. Σταματίου θεωρεί την Ορτάνς "χαρακτήρα μπουφονικό και γκροτέσκο, με μια μορφή οπερατική, ενώ ο θάνατος σκληρός εμπαιχτής των πάντων, έρχεται να δώσει τέλος σ' αυτή την όπερα μπούφα" (σελ. 106-108). 

Αναφορικά με τον κρητικό πολιτισμό και τις αξίες του όπως αποτυπώνονται στο έργο του Καζαντζάκη, ας σταθούμε ιδιαίτερα στο έργο Ο Καπετάν Μιχάλης. Εδώ ο δημιουργός φαίνεται να "παρουσιάζει τους ήρωές του μέσα από τη δράση τους, με όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία του ήθους τους, που είναι απαραίτητα για να υπηρετηθεί η ιδέα που πραγματεύεται μέσα από κάθε χαρακτήρα. Έτσι εμφανίζει "διογκωμένους τους λογοτεχνικούς ήρωές του είτε για να αναδείξει το ηρωικό τους μεγαλείο, τα ήθη τα έθιμα, όπως στη περίπτωση του καπετάν Μιχάλη, του Μανούσακα, του γέρο-Σήφακα και άλλων, είτε για να προβάλει αντίθετους χαρακτήρες, της ζωικής ορμής και δράσης, π.χ. του διανοούμενου, του καλαμαρά, του αγωνιστή της Κρήτης κ.ά." (σελ. 158-59). Τονίζεται ιδιαίτερα το ηρωικό ιδεώδες που διατρέχει το έργο, στο πρόσωπο του σκληρού αγωνιστή, του βρακοφόρου, του μουστακαλή Κρητικού, ενώ αντιστικτικά παρουσιάζεται ο αδύναμος "άλλος", στο πρόσωπο του νησιώτη εκτός Κρήτης, του μουσικού, της γυναίκας, του διανοούμενου.  

Ο καπετάν Μιχάλης, ωστόσο, θεωρείται "ένας ξεχωριστός λογοτεχνικός χαρακτήρας, όπως και ο Ζορμπάς στο αντίστοιχο μυθιστόρημα, καθώς και οι δύο δίνονται με πληρότητα από τον συγγραφέα, ως πορτρέτα με εξωτερικά χαρακτηριστικά και ως συνεπείς χαρακτήρες δράσης. Αναφέρεται ότι το "πορτρέτο του  ολοκληρώνεται μέσα από τη μικροϊστορία του, που πλαισιώνεται και συνδέεται με τα γεγονότα της μεγαλοϊστορίας της Κρήτης και του ελληνισμού. Η εικόνα του, ο χαρακτήρας του και η όλη ηρωική μορφή του αναδεικνύονται μέσα και από άλλες μικροϊστορίες, όπως των ανιψιών του, του Κοσμά, που πήρε γυναίκα του τη Νοεμή, την Εβραία, του αδελφού του Τίτυρου, του δασκάλου, για τον οποίο ο καπετάν Μιχάλης μιλάει περιφρονητικά, όπως και για όλους τους μορφωμένους. Αυτό κατανοείται, διότι "η Κρήτη διανύει την ηρωική εποχή της, όπου προέχει, κατά την άποψή του, ο ηρωισμός του άντρα για την ελευθερία της. Άλλωστε, ο ίδιος αποτρέπει τον γιο του Φανούριου, του αδελφού του, τον Χαρίτο, από τα γράμματα, π.χ. Λιμοκοντόρο λέει θα σε κάμω; για δάσκαλο; Δε θωράς τα χάλια του μπάρμπα σου του δασκάλου, του Τίτυρου; Θα χαλάσεις τα μάτια σου κακομοίρη, θα βάλεις γυαλάκια, θα γίνεις ρεζίλι" (σελ. 166-167).

Από την άλλη το ταξιδιωτικό έργο του Καζαντζάκη θεωρείται "ορόσημο για την ελληνική ταξιδιωτική λογοτεχνία", καθώς αγκαλιάζει πολλές χώρες σε Ανατολή και Δύση και φέρνει τον αναγνώστη σε επαφή με άλλους τόπους και τους ανθρώπους τους, τις νοοτροπίες, τα ήθη, τα έθιμα, την ιστορία και τον πολιτισμό τους. Έτσι αποτελεί  "εξαιρετικό εκπαιδευτικό υλικό σε κάθε βαθμίδα", καθώς είναι "η ίδια η ψυχή του συγγραφέα φλεγόμενη, ο ανθρωπισμός του, το πάθος του για τον άνθρωπο και τον πολιτισμό του, όπως ομολογεί και ο ίδιος "αφήνω την καρδιά μου να φωνάζει" (σελ. 211). Η συγγραφέας παρατηρεί ότι σε κάθε ταξίδι του ο Καζαντζάκης "αιχμαλωτίζει στη γραφή του το καίριο και το ξεχωριστό", ενώ επισημαίνει ότι "τα Ταξιδεύοντας είναι φυγόκεντρα, δεν ανταποκρίνονται στην αρχετυπική Οδύσσεια, που αναζητάει τον νόστο, δεν είναι μια απλή περιήγηση τόπων ή ένα οδοιπορικό για τέρψη, είναι μια πολύ πιο σύνθετη υπόθεση, ένα ταξίδι-βίωμα και εναγώνια προσπάθεια να κατανοηθεί ο άνθρωπος σε συγκεκριμένο τόπο και σε αλλεπάλληλους χρόνους (ιστορία) και ακόμα να νοηματοδοτηθεί η ζωή σε σχέση με τον τόπο και τον πολιτισμό του" . Ως προς την αφηγηματική πορεία αναφέρεται ότι "διαπλέκει την εμπειρία με την ιδέα που γίνεται στοχασμός και το αντίστροφο" και ότι ο συγγραφέας δημιουργεί "ένα εικονοστάσι από σύγχρονους ανθρώπους, ενταγμένους στον σκηνικό τους χώρο, συγκροτώντας ένα δρώμενο, με σκηνικό παλιό και σύγχρονο που προκαλεί αισθητική απόλαυση και ελκύει την προσοχή του αναγνώστη" (σελ. 213-214). Μετά τις γενικές επισημάνσεις παρουσιάζονται συνοπτικά τα Ταξιδεύοντας , με ιδιαίτερη μνεία στο ταξίδι του Καζαντζάκη στον Μοριά, καθώς "εκεί συγκροτεί οριστικά τον ελληνικό μύθο του, τη διαχρονική ελληνικότητα, μέσα από το παλίμψηστο της ιστορίας του τόπου και μέσα από την ουσιαστική επαφή του με τον τόπο και τους ανθρώπους, όχι ως στοιχεία κειμενικά του αφηγηματικού κόσμου αλλά ως δρώντα πρόσωπα που αποτυπώνουν την ελληνικότητα και τη συγκρότηση της νεοελληνικής ταυτότητας" (σελ.236).

Ο στοχασμός του Καζαντζάκη θεωρείται ότι "διαπερνάει όλο το έργο του , όμως συγκροτείται συστηματικά στο βιβλίο του Ασκητική , Salvatores Dei". Για τον λόγο αυτό γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο περιεχόμενο του στοχαστικού αυτού δοκιμίου, ξεκινώντας από τον τίτλο του  ο οποίος παραπέμπει "σε ασκητή του σώματος και της ψυχής", έναν "ασκητή του πνεύματος και της εσωτερικής εναγώνιας φωνής, που  θέλει να μάθει από πού ερχόμαστε, πού πάμε και τί υπάρχει μετά θάνατον" (σελ, 264), για να καταλήξει ότι "στην Ασκητική ο Θεός δεν υπάρχει έξω από τον άνθρωπο, οπότε η σωτηρία του ανθρώπου σημαίνει και σωτηρία του Θεού μέσα στον άνθρωπο, όπως εύστοχα φαίνεται και από τον δεύτερο τίτλο του έργου". Θεωρείται επίσης ότι "το στοχαστικό δοκίμιο Ασκητική είναι έργο με επίκεντρο τον αγωνιζόμενο άνθρωπο, που θα πάρει σάρκα στη μορφή του Οδυσσέα, στο ποιητικό έργο του στοχαστή και συγγραφέα, την Οδύσσεια" (σελ. 265). Το συγκεκριμένο έργο παρουσιάζεται αναλυτικά ως προς τη δομή του και το περιεχόμενο του κάθε μέρους, εντάσσεται στο κοινωνικοϊστορικό του πλαίσιο και τα διαβάσματα του δημιουργού και θεωρείται ότι αποτελεί "τον καταστατικό χάρτη των ιδεών του συγγραφέα", ενώ "μαζί με την Οδύσσεια και την Αναφορά στον Γκρέκο συγκροτούν τα τρία κλειδιά για να διεισδύσουμε στον ιδεολογικό του χώρο", όπως επισημαίνει ο Κ. Στεργιόπουλος (σελ. 271),

Το κεφάλαιο για το  σκωπτικό και το χιουμοριστικό στοιχείο στο ποιητικό, κατά βάση, έργο του Καζαντζάκη αναφέρεται στο γέλιο ως περιγέλιο, ως ειρωνεία, ως κωμικό και σαρκαστικό στοιχείο και ως παρενδυσία, ως σάτιρα, παρωδία και καρναβαλικό στοιχείο, με παραδείγματα από την Οδύσσεια και τις Τερτσίνες, αλλά και ενδεικτικές αναφορές στα θεατρικά του Ο Πρωτομάστορας, Μέλισσα, Ο Οθέλλος Ξαναγυρίζει, Χριστός, Ιουλιανός ο Παραβάτης, Νικηφόρος Φωκάς, Βούδας, και Σόδομα και Γόμορρα. Ειδικότερα, στις Τερτσίνες επισημαίνεται ότι "οι ήρωες του Καζαντζάκη παρουσιάζονται με χαρακτηριστικά είτε μεγιστοποιημένα (ειρωνικός γιγαντισμός) είτε ελαχιστοποιημένα (σαρκασμός, σάτιρα), ώστε να μοιάζουν με ζώα και κατ' ευφημισμό, με ανθρώπους" και ότι  "ταλαντεύονται ανάμεσα στο δαιμονικό και το αγγελικό στοιχείο, ανάμεσα στον έρωτα για την γυναίκα, για την πατρίδα, για την πνευματική δημιουργία όσο και στον θάνατο" (σελ. 299). Αντίστοιχα στο έργο Οδύσσεια, "το μεγαλύτερο έπος απ' όσα έγραψε η λευκή φυλή" κατά τον Μ. Αυγέρη, επικρατεί "η αυτοειρωνεία, καθώς ο ποιητής και αφηγητής ξανοίγεται στον δρόμο για να φτιάξει έναν νέο κόσμο, αλλά τελικά καταστρέφει τον παλιό χωρίς να φτιάξει τον νέο, φτάνει σε αδιέξοδο και στον θάνατο ". Σε κάθε ραψωδία κυριαρχεί η ανατροπή , ενώ "συναντάμε ήρωες και αντιήρωες, ανθρώπους με επικές διαστάσεις και πίκαρους, δηλαδή αυθάδεις και ασυμμάζευτους τύπους, πανούργους, χαμάληδες, κόλακες, κλέφτες και ψεύτες" (σελ. 300).

Παρότι είναι δύσκολο να αποδελτιωθεί το εύρος των θεμάτων και των οπτικών από τις οποίες αναλύεται το, πεζογραφικό κυρίως, έργο του Καζαντζάκη, είναι σίγουρο ότι ο αναγνώστης του βιβλίου Καζαντζακικά Μελετήματα νιώθει, ολοκληρώνοντας τη μελέτη του, ότι γνωρίζει καλύτερα τον Καζαντζάκη και το έργο του και ότι θέλει να ανατρέξει ξανά στο έργο του και να το απολαύσει όντας σοφότερος και επαρκέστερος αναγνώστης του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου